Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010

Ψυχολογία – Ψυχοθεραπεία: επιστημονική θεραπεία ή συντήρηση του συστήματος;

Από τις αρχές του 20ου αιώνα, η ψυχοθεραπεία, αρχικά με τη μορφή της ψυχανάλυσης και αργότερα με ένα πλήθος θεραπευτικών μεθόδων, επιδιώκει να βοηθήσει τους πελάτες – χρήστες της να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα τις ψυχολογικές διαταραχές που βιώνουν και τα συνεπαγόμενα συμπτώματα τους. Ωστόσο αμφισβητείται τόσο η αποτελεσματικότητα των μεθόδων της, όσο και το αν στην πραγματικότητα στοχεύει στην ψυχική υγεία των χρηστών της ή στην προσαρμογή τους σε μία «άρρωστη» κοινωνία που είναι στην ουσία υπεύθυνη για τη «δημιουργία» των συγκεκριμένων προβλημάτων.

Η αποτελεσματικότητα των ποικίλων μορφών ψυχοθεραπείας σύμφωνα με μετά – αναλύσεις δεν ξεπερνά το 16% των περιπτώσεων. Τα υπόλοιπα περιστατικά είτε δεν βελτιώνονται είτε εγκαταλείπουν τη θεραπεία. Γι αυτό το λόγο, άλλωστε, τα διάφορα διεθνή ινστιτούτα ψυχοθεραπειών (π.χ. Διεθνής Ψυχαναλυτική Εταιρεία, Διεθνής Εταιρεία Ομαδικής Θεραπείας κ.λπ.) προσβλέπουν στα έσοδα από την εκπαίδευση νέων μελών περισσότερο από αυτά των υποτιθέμενων θεραπειών. Η απογοητευτική αυτή αποτελεσματικότητα (16%) έχει δώσει επιπλέον επιχείρημα στις φαρμακευτικές εταιρίες για να κατασκευάζουν νέα φάρμακα και να συνεχίσουν απρόσκοπτα να απομυζούν τους κρατικούς προϋπολογισμούς υγείας και τα εισοδήματα των δύστυχων ασθενών με ψυχολογικές διαταραχές, που ενίοτε λειτουργούν και ως πειραματόζωα.

Ο βασικός λόγος για την αναποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας είναι απλός: για να θεραπεύσεις ένα παιδί με ψυχικές διαταραχές πρέπει να «θεραπεύσεις» την οικογένεια του. Η θέση αυτή είναι γνωστή και δεδομένη σε όλους τους ψυχολόγους και ψυχοθεραπευτές όλου του κόσμου. Συχνά και μόνο με παρεμβάσεις στην οικογένεια, το παιδί επανέρχεται στη φυσιολογική συμπεριφορά. Στις περισσότερες, ωστόσο, περιπτώσεις, για να θεραπεύσεις τη συνολική συμπεριφορά των μελών μιας οικογένειας, δεδομένου ότι η οικογένεια αυτή είναι μέλος μιας κοινότητας, θα χρειαστεί να παρέμβεις σε κοινοτικό επίπεδο (εξάλειψη στίγματος, αλλαγή στερεοτύπων, νοοτροπιών, μύθων). Ακόμη όμως και μετά από αυτήν την παρέμβαση, θα απαιτηθεί να υπάρξουν παρεμβάσεις σε οικονομικά και πολιτισμικά θέματα σε περιφερειακό επίπεδο (χρηματοδοτήσεις, θρησκευτικοί κανόνες κ.α.), και ακόμη οι παρεμβάσεις μπορεί να χρειαστεί να γίνουν ακόμη και σε εθνικό επίπεδο (σύνταγμα, νομοθεσία) ή το διεθνές περιβάλλον. Για παράδειγμα, σε μία φτωχή Αφρικανική χώρα όπου πολυεθνικές εταιρίες καρπώνονται όλο τον πλούτο της, με συνέπεια να μην διατίθενται πόροι για υγεία, εκπαίδευση και κοινωνική πολιτική, είναι εξαιρετικά δύσκολο με ψυχοθεραπεία να προσπαθείς να θεραπεύσεις την κατάθλιψη ενός έφηβου κακοποιού. Και παρά τις μεμονωμένες επιτυχίες που μπορεί να έχεις, η πλειοψηφία των περιστατικών με παρόμοιες διαταραχές είναι βέβαιο ότι θα επιδεινωθεί. Επομένως, η ψυχική υγεία, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι θέμα που εξαρτάται στις περισσότερες περιπτώσεις από το ευρύτερο περιβάλλον: πολιτικό, οικονομικό και πολιτισμικό.

Λόγω των συγκεκριμένων δεδομένων, που δύσκολα μπορούν να αμφισβητηθούν για την ορθότητα τους, η ανάπτυξη της σύγχρονης επιστήμης της ψυχολογίας, καθώς και των ποικίλων μορφών της ψυχοθεραπείας, οδηγούνται σε λάθος κατευθύνσεις και επιτελούν σκοπούς άλλους από αυτούς που θα έπρεπε κανονικά να υπηρετούν. Πιο συγκεκριμένα:

1. Η ψυχοθεραπεία, στις περισσότερες μορφές της (εκτός ίσως από την αφηγηματική – narrative θεραπεία), στοχεύει σε προσωπικές ή το πολύ οικογενειακές αλλαγές των πελατών – χρηστών της, χωρίς ποτέ να αμφισβητεί το πολιτικό, οικονομικό ή πολιτισμικό περιβάλλον στο οποίο ζουν. Για κάθε πρόβλημα που της παρουσιάζεται (π.χ. κατάθλιψη) αναζητά τις αιτίες και επιζητεί να επιφέρει αλλαγές μόνο στην προσωπική ζωή και ιστορία των πελατών της. Στις περισσότερες όμως των περιπτώσεων, τα ψυχολογικά προβλήματα των χρηστών της ψυχοθεραπείας οφείλονται στο γενικότερο πλαίσιο στο οποίο ζουν. Έτσι, για παράδειγμα, μία ορθόδοξη χριστιανή μπορεί να βιώσει καταθλιπτικά συμπτώματα σε περίπτωση που ερωτευτεί μουσουλμάνο, αν η οικογένεια της δεν της επιτρέπει να τον παντρευτεί. Ή ένας «αδύναμος χαρακτήρας» μπορεί να απελπιστεί, όταν στην σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία δεν έχει τα χρήματα να αγοράσει ότι διαφημίζεται. Ή ένας 50χρονος πατέρας μικρών παιδιών μπορεί να βιώσει έντονη κατάθλιψη αν χάσει τη δουλειά του και μείνει για καιρό άνεργος. Σε τέτοιου είδους περιπτώσεις η ψυχοθεραπεία μπορεί να προσφέρει ελάχιστα, και με δεδομένο το μεγάλο της κόστος (από 50 – 150 ευρώ η 50λεπτη συνάντηση) γίνεται απρόσιτη υπηρεσία για τους περισσότερους. Σε κάθε, δε, περίπτωση, δεν υπάρχει ψυχοθεραπευτική μέθοδος που να αμφισβητήσει τη σύγχρονη κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα (κυριαρχία της διαφήμισης, δημιουργία πλαστών αναγκών, περιορισμός των πόρων για κοινωνική πολιτική κ.α.), την πολιτική ή τη δικαστική εξουσία (παρά τα συνεχή τεκμήρια διαφθοράς, χρηματισμού κ.λπ.), την πολιτισμική εξουσία (κατευθυνόμενη από τις επιχειρήσεις επιστημονική έρευνα, απαρχαιωμένοι θρησκευτικοί κανόνες κ.α.). Αντίθετα, η εφαρμογή της ψυχοθεραπείας σε συνταγές ευτυχίας και επιτυχίας τύπου «γίνε ο καλύτερος πωλητής», «κατέκτησε τον άνδρα των ονείρων σου σε 30 ημέρες», καθώς και η διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού προκειμένου αυτό να συνεχίσει να εργάζεται αδιαμαρτύρητα στις πολυεθνικές επιχειρήσεις, έχουν αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό.

2. Η ανάπτυξη της σύγχρονης ψυχολογίας είναι προβληματική, για τον πολύ απλό λόγο ότι και πάλι δεν αμφισβητεί το γενικότερο κοινωνικοοικονομικό και πολιτιστικό περιβάλλον. Τόσο οι διπλωματικές εργασίες, όσο και οι έρευνες μεταπτυχιακών σπουδαστών, υποψήφιων διδακτόρων ή εκλεγμένων καθηγητών εκπονούνται, όχι με κριτήριο την πρωτοτυπία ή την καινοτόμα σκέψη τους (ως θα όφειλαν), αλλά με στόχο να δημοσιευτούν σε κάποιο από τα, υψηλά σε κατάταξη, επιστημονικά περιοδικά. Αυτή η δημοσίευση θα τους χρησιμεύσει για την επαγγελματική τους βιωσιμότητα και ανέλιξη. Ωστόσο, τα επίσημα περιοδικά, έχουν συχνά κατηγορηθεί ότι δημοσιεύουν πολύ επιλεκτικά μόνο έρευνες «γνωστών» επιστημόνων, που συνήθως χρηματοδοτούνται από μεγάλες πολυεθνικές ή φαρμακευτικές εταιρίες. Επίσης, έχουν κατηγορηθεί ότι αποκλείουν τη δημοσίευση οποιασδήποτε έρευνας θα μπορούσε να θίξει τα συμφέροντα του κατεστημένου επιστημονικού και εμπορικού κόσμου. Για παράδειγμα, αν ανακαλυπτόταν μία πάμφθηνη θεραπεία του καρκίνου που δεν θα μπορούσε να πατενταριστεί, αμφισβητείται το αν τα μεγάλα περιοδικά θα τη δημοσίευαν. Έτσι, αντί της πρωτότυπης ή ακόμη και της αντισυμβατικής έρευνας, οι συντάκτες των περιοδικών μένουν σε λεπτομέρειες όπως το αν οι δημοσιεύσεις ξεπερνούν τις 5000 λέξεις, αν η βιβλιογραφία γράφεται με τον αυστηρά ενδεδειγμένο τρόπο κ.α. Και, για παράδειγμα, στο χώρο της ψυχολογίας δημοσιεύονται μόνο «ανώδυνες» έρευνες σε σχέση με τα πρώτα χρόνια της ανάπτυξης των παιδιών, το αν η ευτυχία είναι μεταδοτική, ή το πώς λειτουργούν τα κοινωνικά δίκτυα. Οτιδήποτε αφορά σε μη ενδεδειγμένους τομείς έρευνας εκπονείται συνήθως εκτός Πανεπιστημίων.

3. Κεντρικός στόχος για τις περισσότερες μορφές ψυχοθεραπείας είναι η επίτευξη της αυτο – εκτίμησης των πελατών – χρηστών της. Για την καλλιέργεια και την επίτευξη αυτού του στόχου χρησιμοποιεί τεχνικές υποβολής και αυθυποβολής που επιχειρούν να εδραιώσουν την αντίληψη στο άτομο ότι είναι μοναδικό, υπέροχο, καταπληκτικό, ότι έχει απεριόριστες δυνατότητες και ικανότητες, και ότι μπορεί να μεταχειριστεί οποιοδήποτε μέσο ή άνθρωπο, ή κοινωνικό δίκτυο για να αυτό – πραγματωθεί. Σύμφωνα με το P. C. Vitz, συγγραφέα του βιβλίου «Η Ψυχολογία ως Θρησκεία», «…ποτέ άλλοτε τόσοι άνθρωποι δεν ήταν σε εγρήγορση για το άτομο τους, τόσο πεπεισμένοι πως ο εαυτός είναι κάτι που πρέπει να εκφραστεί… ο εαυτός έχει καταντήσει αντικείμενο του εαυτού του». Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι η επίτευξη ενός βαθμού αυτο – εκτίμησης είναι απαραίτητη και χρήσιμη. Από το σημείο εκείνο, ωστόσο, και έπειτα, θα πρέπει να δοθεί ίδιας σπουδαιότητας βάρος στην ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων, στη συμπόνια για τον διπλανό, στη βοήθεια στον συνάνθρωπο κ.λπ., θέματα που ακόμη πραγματεύεται και προβάλλει, αντί της ψυχοθεραπείας, η θρησκεία. Έτσι η ψυχολογία παραμένει να ενδιαφέρεται μόνο για την ανάπτυξη της «εγωιστικής» πλευράς του Ανθρώπου.

4. Τέλος, ένα σημαντικό δεδομένο που θέτει σε αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας, είναι το γεγονός ότι ασκείται από επαγγελματίες που αναζητούν πελάτες. Ως συνέπεια αυτού, οι ψυχοθεραπευτές έχουν συμφέρον να «χαϊδεύουν» τα αυτιά των πελατών τους, να τους κρατούν όσο μπορούν περισσότερο σε «θεραπευτικές» συνεδρίες είτε χρειάζεται είτε όχι, να κακολογούν συναδέλφους τους, να «φουσκώνουν» τα συμπτώματα των πελατών τους, και να τους απαλλάσσουν από ενοχές για τα δικά τους λάθη φορτώνοντας τα σε γονείς, δασκάλους ή την κοινωνία. Καλώς ή κακώς, η καριέρα ενός ψυχοθεραπευτή εξαρτάται από τη μεγάλη και συχνή πελατεία του, και αυτό αποτελεί μεγάλη πρόκληση για την υιοθέτηση μιας ανήθικης ή μη δεοντολογικής του επαγγελματικής συμπεριφοράς.



Η μεγάλη αλήθεια είναι ότι μόνο ο πελάτης – χρήστης που έχει αποφασίσει ότι θέλει να αλλάξει (νοητικά, συναισθηματικά, συμπεριφορικά) μπορεί και να αλλάξει μέσω της ψυχοθεραπείας. Μήπως λοιπόν το 16% των επιτυχημένων ψυχοθεραπειών αντιστοιχούν στο ποσοστό αυτών των ανθρώπων, που ακόμη και χωρίς την επαγγελματική βοήθεια των ψυχοθεραπευτών θα άλλαζαν; Και μήπως, τόσο η ψυχοθεραπεία, όσο και η ψυχολογία, χρειάζονται ανθρώπους με γνώση και ήθος για να κάνουν σωστά τη δουλειά τους, αλλιώς απλώς εξυπηρετούν το σύστημα της αγοράς και των ανταγωνιστικών κοινωνικοοικονομικών σχέσεων;

Και τέλος, γιατί για όλα αυτά τα φαινόμενα δεν μιλάει κανείς από τους ακαδημαϊκούς και την ελίτ της διανόησης στη χώρα μας και διεθνώς; Που είναι η φιλοσοφική κριτική της κοινωνίας μας; Γιατί το μόνο πνευματικό προϊόν που έρχεται σε επαφή με την κοινωνία έχει να κάνει με την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών;

ΤΖΟΓΟΣ, ΤΥΧΕΡΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΑ

Συχνά σκεφτόμαστε ή ακούμε τη φράση «…αν κερδίσω το λαχείο, θα...», και ακολουθεί μία ροή ευχάριστων φαντασιώσεων και επιθυμιών που στερεώνει την αντίληψη μας (ή αυτών που το λένε) ότι θα έρθει η άσπρη μέρα… Φυσικά το «λαχείο» δεν πέφτει ποτέ, ενώ οι διοργανωτές των τυχερών παιχνιδιών (λαχεία, ΠΡΟ-ΠΟ κ.λπ.) τρίβουν τα χέρια τους από τα συνεχόμενα κέρδη που τους προσφέρουν οι εκατοντάδες χιλιάδες πιστοί και εξαρτημένοι του τζόγου! Το κράτος, έχοντας γνώση των τεράστιων κερδών που αποφέρουν τα «τυχερά παιχνίδια», είτε τα διοργανώνει το ίδιο (εθνικό λαχείο, ΟΠΑΠ), είτε φορολογεί με μεγάλους συντελεστές τα παιχνίδια που διοργανώνουν ιδιωτικές εταιρίες (καζίνο, φρουτάκια). Σε περίπτωση δε που συλλάβει παράνομους (= αφορολόγητους) διοργανωτές τους τιμωρεί με βαριές ποινές, προκειμένου να ελέγχει στο 100% αυτούς τους πολύτιμους και ανεξάντλητους πόρους. Τα τεράστια ποσά που κερδίζει το κράτος, διανέμοντας μόνο το 20% των εσόδων στους «νικητές», τα μοιράζει σε υπαλλήλους των σχετικών Οργανισμών (καθαρίστρια στον ΟΠΑΠ έχει ετήσιο μισθό άνω των 100.000 ευρώ), σε περαιτέρω διαφήμιση, και, όπως έχει υποτεθεί, χρηματοδότηση γνωστών (μέσω διοργάνωσης πανάκριβων συνεδρίων, πολιτιστικών εκδηλώσεων κ.λπ.), «ημετέρων» και πολιτικών κομμάτων.

Πόσο όμως πραγματική είναι η πιθανότητα για κάποιον «κοινό θνητό» να κερδίσει;

Όσον αφορά σε μικρά ποσά μικρή, σε δε μεγάλα ποσά μηδενική.

Ναι, αλλά κάποιοι κερδίζουν εκατομμύρια… Φυσικά, το κάθε παιχνίδι αφήνει λίγους να κερδίσουν για λόγους διαφήμισης και διατήρησης των πιστών πελατών του στο συγκεκριμένο παιχνίδι (μιας και υπάρχουν πάντα και ανταγωνιστικά). Όμως αυτό γίνεται λίγες φορές (τις υπόλοιπες βγαίνει συνεχώς Τζακ ποτ = κανείς δεν κερδίζει). Τις λίγες αυτές φορές, έχει υπολογιστεί ότι, αν έχουμε παίξει μια μόνο στήλη π.χ. στο Τζόκερ, η πιθανότητα να κερδίσουμε είναι 1/24435180 ή αν το προτιμάτε σε ποσοστό επί τοις εκατό, όπως συνηθίζεται άλλωστε, αυτό είναι 0,0000041 %, ενώ αν παίξει κάποιος 250.000 διαφορετικές στήλες η πιθανότητα να κερδίσει είναι λίγο πάνω από 1%. Είναι αυταπόδεικτο λοιπόν ότι η πιθανότητα κέρδους ενός μεγάλου ποσού είναι μηδαμινή.

Το κάθε παιχνίδι έχει τις ιδιαιτερότητες του, αλλά ο κανόνας είναι ένας: χειραγώγηση του αποτελέσματος ώστε στο τέλος να κερδίζει πάντα ο διοργανωτής. Μερικοί από τους τρόπους χειραγώγησης είναι:

o Τύπος ΞΥΣΤΟ: Αφαίρεση από κάθε έκδοση των αποκομμάτων που κερδίζουν τα μεγάλα ποσά, πριν τη διάθεση τους στην αγορά. Για το λόγο αυτό δεν διαβάσαμε ή ακούσαμε ποτέ για υπερτυχερό του συγκεκριμένου παιχνιδιού.

o Τύπος Λαχείου, Τζόκερ, Λόττο: Σίγουρη χειραγώγηση των αποτελεσμάτων που αποδεικνύεται από την κάθε χρόνο επανάληψη Τζακ Ποτ στις περιόδους της Πρωτοχρονιάς, ή τις αρχές κάθε μήνα (που οι παίκτες έχουν μόλις πάρει το μισθό τους και παίζουν μεγαλύτερα ποσά). Είναι αφελές να μην μπορεί κάποιος να υποψιαστεί ότι θα ήταν απίθανο κάθε χρόνο την Πρωτοχρονιά να συμβαίνει Τζακ ποτ. Και αν ακόμη συνέβαινε να αποτραπεί το Τζακ ποτ της Πρωτοχρονιάς μία στην 100ετία, θα συνέβαινε για να μας διασκεδάσουν τις υπόνοιες του στησίματος του αποτελέσματος.

o Τύπος ΚΙΝΟ: από τη στιγμή που ο Υπολογιστής γνωρίζει ακριβώς ποια νούμερα έχουν παιχτεί και με ποια ποσά, αποφασίζει σε χιλιοστά του δευτερολέπτου τι κέρδη διανέμει με τα αποτελέσματα που θα εμφανίσει. Πάντα πρόκειται για μικροποσά!

o ΚΑΖΙΝΟ, και online CASINO: η χειραγώγηση των αποτελεσμάτων φαίνεται με το πολύ απλό εξής πείραμα – έστω ότι παίζουμε ρουλέτα, και διαλέγουμε ένα χρώμα που θα ποντάρουμε πάντα π.χ. το κόκκινο (υπάρχουν δύο χρώματα, το κόκκινο και το μαύρο). Αν ποντάρουμε συνεχώς στο ίδιο χρώμα έχουμε κάθε φορά πιθανότητα επιτυχίας 50%. Αν κάθε φορά που χάνουμε διπλασιάζουμε το ποσό που βάλαμε, σύμφωνα με τις πιθανότητες, αργά η γρήγορα θα πέσει το χρώμα μας, και θα πάρουμε πίσω τα χρήματα που βάλαμε με ένα πρόσθετο κέρδος. Δυστυχώς όμως, για όσους το επιχείρησαν, η ρουλέτα (ο Υπολογιστής πίσω από αυτήν), πέρα από κάθε σχέση με τις πιθανότητες, είναι πιθανό να βγάλει 10 ή 20 συνεχείς φορές το αντίθετο χρώμα προκειμένου να μας ξεπαραδιάσει.

o Τύπος ΠΡΟ-ΠΟ, ΣΤΟΙΧΗΜΑ: ο τύπος αυτός θα ήταν θεωρητικά ο πλέον αξιόπιστος, δεδομένου ότι παρεμβάλλεται ο ανθρώπινος παράγοντας (οι αθλητές) και δεν παρεμβάλλεται κανένας Υπολογιστής. Ωστόσο, πολλές είναι οι φορές που κατηγορήθηκαν παράγοντες του αθλητισμού για στημένους αγώνες και ακόμη περισσότερες οι φορές που οι αγώνες στήθηκαν και δεν κατηγορήθηκε κανείς. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για παιχνίδια με «ανακυκλωμένα κέρδη» (όπως ονομάζονται), όπου διανέμονται συνεχώς μικροποσά ως κέρδη, και η τάση των νικητών είναι να τα επανεπενδύουν στο επόμενο δελτίο, χάνοντας μακροπρόθεσμα χρήματα, ενώ παραμένουν συνεχώς εθισμένοι και «ενημερωμένοι» περί των αθλητικών αποτελεσμάτων. Γύρω από τα συγκεκριμένα παιχνίδια κάνουν «χρυσές δουλείες» κανάλια, εφημερίδες, ιστοσελίδες, τηλεοπτικές εκπομπές, δημοσιογράφοι και πρώην αθλητές που «δίνουν τα φώτα» τους για τις «σωστές» προγνώσεις. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι πιο φημισμένοι από αυτούς πληρώνονται προκειμένου να κατευθύνουν το κοινό τους στη λάθος επιλογή.



Συνεπώς, η πιθανότητα του να κερδίσει ένας μέσος άνθρωπος ένα μεγάλο ποσό είναι απίθανη. Ωστόσο, υπάρχει! Και αυτό δίνει στην κρατική (και όχι μόνο) εξουσία δύο σημαντικά κίνητρα να συντηρήσει την συγκεκριμένη ψευδαίσθηση:

o Την αποκόμιση τεράστιων κερδών από τον έλεγχο των τυχερών παιχνιδιών, και

Τη χειραγώγηση της δύναμης ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού, ώστε αυτή να μη κατευθυνθεί προς την αμφισβήτηση της ισχύουσας εξουσίας και την ανατροπή της. Αντ’ αυτού συντηρείται το παραμύθι ότι ο καθένας μπορεί να «κερδίσει το λαχείο» και θα περάσει χωρίς να κοπιάσει στην ανώτερη τάξη… «Κι’ αν σου κάτσει;;;;»…

Η «σκοτεινή» πλευρά του Ποδοσφαίρου

Μία από τις πιο γλυκές παιδικές αναμνήσεις στη ζωή των περισσότερων αντρών είναι αυτές γύρω από το ποδόσφαιρο: το παίξιμο «μπάλας» στις γειτονιές με τους συνομηλίκους, τα όνειρα του κάθε παιδιού για την ανάδειξη του σε ποδοσφαιρικό «ταλέντο», η αγάπη για τα χρώματα της αγαπημένης ομάδας, οι αναμνήσεις στο γήπεδο μαζί με το μπαμπά, τα καινούργια δερμάτινα αθλητικά παπούτσια με τις τάπες σαν δώρο του νουνού κ.λπ.

Οι συναισθηματικές αναμνήσεις είναι συνήθως τόσο έντονες που κρατάνε τον ενήλικο άντρα «δέσμιο» για όλη του τη ζωή. Η ομάδα του είναι μέρος της ταυτότητας του, την υπερασπίζεται ακόμη και με κίνδυνο να υποστεί σωματικές βλάβες και δεν την προδίδει ποτέ… Πονάει όταν χάνει, χαίρεται όταν κερδίζει, αγωνιά για τις μεταγραφές και τη στηρίζει οικονομικά και από το υστέρημα του. Η ώρα που η ομάδα του αγωνίζεται είναι «ιερή», και κάθε άλλη δραστηριότητα, εκτός της παρακολούθησης του αγώνα της, καθίσταται δευτερεύουσα. Τις ώρες αυτές πολλές γυναικοπαρέες βγαίνουν στις καφετέριες της πόλης, εκμεταλλευόμενες το «ελεύθερο» που τις δίνουν οι άντρες τους που παραμένουν καθηλωμένοι, με πίτσες και μπύρες στην τηλεόραση.

Αυτή η «γλυκιά» αντρική συνήθεια (ίσως άνω του 90% των φιλάθλων ποδοσφαίρου να είναι άντρες), ωστόσο, έχει τρεις πολύ αρνητικές πλευρές, που καθιστούν τον «άρχοντα των σπορ» ως θεσμό αντικοινωνικό, επικίνδυνο και ύποπτο προς εξυπηρέτηση οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων.



Α) Το ποδόσφαιρο δημιουργεί ή/και υποθάλπει τη βία



Παρά τη γενική άποψη ότι το ποδόσφαιρό είναι ένα «αγνό» άθλημα, και μερικοί μόνο θερμοκέφαλοι δημιουργούν τα βίαια επεισόδια, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική: οι περισσότεροι σπουδαίοι αγώνες συνοδεύονται από βίαια επεισόδια μεταξύ φιλάθλων αντίθετων ομάδων (κάποιες φορές και ανθρωποκτονιών), και βανδαλισμών σε περιουσίες κατοίκων που διαμένουν κοντά στο γήπεδο. Πολλές φορές οι επιθέσεις γίνονται κατά ποδοσφαιριστών, διαιτητών, αθλητικών παραγόντων και προπονητών, ενώ οι φωτιές στα πλαστικά καθίσματα των κερκίδων είναι μόνιμο θέαμα.

Δεν έχει διευκρινιστεί από τους ψυχολόγους το γιατί το ποδόσφαιρο προκαλεί τέτοιας έκτασης βία. Έχει ειπωθεί ότι το ποδόσφαιρο είναι το μόνο άθλημα που παίζεται με τα πόδια, και αυτό το συνδέει άμεσα με τα γεννητικά όργανα και τη σεξουαλική πράξη. Οι υπερτροφικοί γλουτοί των ποδοσφαιριστών, το γεγονός ότι, φροϋδικά, τα τέρματα συμβολίζουν την σεξουαλική διείσδυση, καθώς και η συλλογική απόδοση υπονομευτικών χαρακτηρισμών για τη σεξουαλικότητα, την εθνικότητα των αντίπαλων οπαδών ή των μητέρων τους ενισχύουν αυτήν την άποψη. Επίσης έχει ειπωθεί ότι στο γήπεδο του ποδοσφαίρου λαμβάνουν χώρα φαινόμενα ψυχολογίας των μαζών όπως η έλλειψη συναισθηματικής κατανόησης για τον άλλο (μίσος για την αντίπαλη ομάδα και οπαδούς), προβολή ιδίων απωθημένων αρνητικών χαρακτηριστικών στους αντίπαλους (κάθε είδους βρισιά), διάχυτη καχυποψία πως πάντα υπάρχουν συμφωνίες χρηματισμού του διαιτητή εναντίον της ομάδας τους κ.α.

Το σίγουρο, ωστόσο, είναι ότι ο άνθρωπος, όπως και όλα τα ζώα, είναι οπλισμένος με επιθετικά ένστικτα με στόχο την επιβίωση και την αυτοπροστασία. Ο χαρακτήρας που αυτά θα πάρουν εξαρτάται άμεσα το περιβάλλον. Η αποδοχή ή και η επιβράβευση μιας επιθετικής τάσης από το περιβάλλον, η επίτευξη στόχων μέσω αυτής και η ταύτιση με ένα πλαίσιο όπου η επιθετικότητα, ως αντίδραση στις ματαιώσεις και τις συγκρούσεις, κυριαρχεί, μπορεί να συμβάλλει στη διατήρηση του φαινομένου εσαεί. Έτσι, όταν στο ποδόσφαιρο, μετά συνήθως από ήττα της ομάδας, η βία ενισχύεται και επιβραβεύεται, η συχνότητα των βίαιων επεισοδίων τείνει αν όχι να αυξάνεται, σίγουρα να διατηρείται.

Τα παραδείγματα πολλά και θλιβερά: Στο τέλος του 2010 ξέσπασαν ταραχές σε μια ποδοσφαιρική συνάντηση στην Ιταλία. Τις υποκίνησε μια ομάδα ακροδεξιών Σέρβων που ταξίδευσε στη Γένοβα για να παρακολουθήσει την εθνική ομάδα της Σερβίας να αγωνίζεται εναντίον αυτής της Ιταλίας. Το παιχνίδι διακόπηκε λόγω επεισοδίων μετά από μόλις 7 λεπτά αγώνα. Οι Σέρβοι εκτόξευσαν φωτοβολίδες και έσπασαν το φράχτη που τους διαχώριζε από τους Ιταλούς φιλάθλους. Νωρίτερα την ίδια μέρα, οι ίδιοι χούλιγκανς είχαν συγκρουστεί με την αστυνομία στους δρόμους της πόλης, είχαν επιτεθεί στο λεωφορείο της ομάδας της χώρας τους, και παρόλα αυτά τους επιτράπηκε αργότερα η είσοδος στο στάδιο, μαζί με τα μαχαίρια, τα ρόπαλα και τις φωτοβολίδες τους. Μερικές μέρες πριν, εκατοντάδες τραμπούκοι, πολλοί από αυτούς χούλιγκανς των γηπέδων, είχαν επιτεθεί σε ομοφυλόφιλους στη διάρκεια παρέλασης gay pride στο Βελιγράδι. Αυτοκίνητα κάηκαν και αστυνομικοί τραυματίστηκαν.

Στην Αγγλία ο υψηλού κινδύνου ημιτελικός του κυπέλου UEFA (2000) ανάμεσα στη Λιντς Γιουνάιτεντ και την τουρκική Γαλατασαράι πυροδότησε τις αναμενόμενες βιαιότητες ως αντίποινα για τα σοβαρά επεισόδια του πρώτου αγώνα στην Κωνσταντινούπολη, κατά τη διάρκεια των οποίων είχαν σκοτωθεί δύο βρετανοί φίλαθλοι.

Μετά το λουτρό αίματος στο στάδιο Χέιζελ το 1985, οι συμπλοκές μεταξύ ομάδων φανατικών, στις οποίες συχνά διεισδύουν ακροδεξιοί, ξυλοδαρμοί γεμάτοι μίσος, ταραχές και βανδαλισμοί, δολοφονίες και λιντσαρίσματα σε ζωντανή μετάδοση αποτελούν πλέον, σε όλες τις χώρες και στα πρωταθλήματα όλων των κατηγοριών, το συνηθισμένο νέο σχετικά με το ποδόσφαιρο.



Β) Το ποδόσφαιρο είναι μία επιχείρηση με αμύθητα κέρδη



Σύμφωνα με την εφημερίδα Αυγή «…όλοι θα κερδίσουν από τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, υποσχέθηκε η FIFA στους Νοτιοαφρικάνους το 2010. Αλλά τις μεγάλες δουλειές της κάνανε δυτικοί όμιλοι, ασιατικές εταιρείες και η ίδια η παγκόσμια ομοσπονδία ποδοσφαίρου.

Ο πιο μισητός εταίρος της FIFA σ' αυτό το Μουντιάλ, η εταιρεία Match Hospitality, που διοργανώνει ταξίδια στα γήπεδα της Νότιας Αφρικής για πλούσιους φιλάθλους και εταιρείες, πυροδότησε μια έκρηξη τιμών στη Νότια Αφρική, η οποία τρόμαξε τους λιγότερο πλούσιους φιλάθλους από όλο τον κόσμο.

Η FIFA λειτουργεί παντού ως δικτατορία και επιβάλλει τη θέλησή της. Το ίδιο έκανε στη Γερμανία το 2006, και τελικά αποχώρησε με κέρδη 2,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, από τη Νότια Αφρική θα φύγει με τρία δισεκατομμύρια στην τσέπη 1».

Σύμφωνα με τη Σημερινή, για το μουντιάλ του 2006 «…επιχειρήσεις και χορηγοί ανέμεναν να ενισχύσουν τα έσοδα και τα κέρδη τους, σε μια κρίσιμη για την παγκόσμια οικονομία περίοδο. Εταιρείες αθλητικών ειδών, αναψυκτικών και ποτών, μαζικής διατροφής, τουρισμού και αεροπορικές εταιρείες, κατασκευαστές τηλεοράσεων, εταιρείες στοιχημάτων και τηλεοπτικά κανάλια παρουσιάστηκαν ως οι μεγάλοι κερδισμένοι της μεγάλης αθλητικής φιέστας του ποδοσφαίρου. Για παράδειγμα, η γνωστή εταιρεία αθλητικών ειδών Adidas ήταν η προμηθεύτρια του εξοπλισμού των δώδεκα ποδοσφαιρικών ομάδων που συμμετείχαν. Η εταιρεία διαφοροποίησε τις προβλέψεις της για φέτος προς τα πάνω και τα φετινά κέρδη της παρουσίασαν μιαν αύξηση κατά 47%. Η εταιρεία βασίστηκε στη ζήτηση που παρουσίασαν τα προϊόντα της πριν από το Μουντιάλ. Τις προβλέψεις της διαφοροποίησε προς τα πάνω και η εταιρεία DSG, που θεωρείται η δεύτερη μεγαλύτερη αλυσίδα πώλησης ηλεκτρικών συσκευών στην Ευρώπη. Ο τζίρος μόνο της νόμιμης βιομηχανίας στοιχημάτων ανήρθε στα 2 δισ. δολάρια. Η τηλεθέαση και η διαφημιστική δαπάνη στο χώρο των Μ.Μ.Ε. ήταν αυξημένη. Το Μουντιάλ της Γερμανίας το 2006 το παρακολούθησαν 37,5 δισ. τηλεθεατές διεθνώς.

Άλλος μεγάλος κερδισμένος ήταν η Διεθνής Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου. Η FIFA κατέγραψε έσοδα ύψους 2 δισ. ευρώ.

Ιδιαίτερα κερδισμένες ήταν και οι εταιρείες ΜΜΕ που, ωστόσο, αποδέχθηκαν μιαν αύξηση κατά 50% της τιμής των δικαιωμάτων μετάδοσης, σε σύγκριση με το προηγούμενο Παγκόσμιο Κύπελλο. Το γαλλικό δίκτυο TF1 αναμενόταν ότι θα κερδίσει από 20 - 30 εκατ. ευρώ από τις διαφημίσεις, αλλά θα έχανε εάν η εθνική ομάδα της Γαλλίας δεν πήγαινε καλά. Ανάλογα θα κινιόταν και το βρετανικό δίκτυο ITV, που εκτιμόύσε ότι τα έσοδά του από τις διαφημίσεις θα έφταναν τα 30 εκατ. δολ. Οι εταιρείες που είναι βασικοί χορηγοί της διοργάνωσης πλήρωσαν με το παραπάνω χρήματα στη FIFA και, σύμφωνα με εκτιμήσεις, τα ποσά των χορηγιών έφθασαν το 1 δισ. ευρώ. Οι κλασικοί χορηγοί της FIFA είναι η Adidas, η Coca-Cola, οι Emirates, η Hyundai/Kia, η Sony και η Visa, που κατέβαλαν στα ταμεία της FIFA 100 εκατ. δολάρια η καθεμιά

Τα μεγαλύτερα οφέλη αναμενόταν να έχουν οι χορηγοί της διοργάνωσης (Budweiser, McDonalds, Continental, Castrol, MTN, Mahinda Satyam, Seara, Yingli Solar BP South Africa, FNB, Neo Africa, Prasa) και των συνεργατών της FIFA (Adidas, Emirates, Huyndai Motor, Sony, Visa, Coca Cola). Σύμφωνα με τη UBS η Nike (τζίρος περίπου 1,7 δισ. δολ.) ήταν χορηγός στο 32% των ομάδων που θα συμμετάσχουν στη διοργάνωση, και η Coca – Cola, ένας από τους βασικούς συνεργάτες της FIFA, στο προηγούμενο Παγκόσμιο Κύπελλο στη Γερμανία κατέγραψε αύξηση πωλήσεων κατά 15%, έναντι μηδενικής ανάπτυξης στο αμέσως προηγούμενο τρίμηνο της διοργάνωσης.

Τέλος, τα πρακτορεία στοιχημάτων και ο ηλεκτρονικός τζόγος είχαν τις δόξες τους, αφού δισεκατομμύρια ευρώ στοιχηματίσθηκαν στη «χρυσή» μπάλα. Κατά το Μουντιάλ στη Γερμανία το 2006 «παίχτηκαν» στη Βρετανία ποσά πέραν του ενός δισ. Ευρώ 2»

Η σχέση φιλάθλου – οπαδού με την ομάδα του είναι μία σχέση συνεχούς χρηματοδότησης. Το εισιτήριο των αγώνων, τα ταξίδια σε άλλα μέρη για την παρακολούθηση αγώνων εκτός έδρας, η ενίσχυση υπό τη μορφή εράνου σε έκτακτες συγκυρίες, τα τέλη συνδρομητικού καναλιού, η αγορά αθλητικών εφημερίδων κ.ο.κ. συντηρούν την τεράστια ποδοσφαιρική βιομηχανία (προέδρους, μετόχους, χορηγούς, ποδοσφαιριστές). Έμμεση χρηματοδότηση αποτελεί η έκθεση στις διαφημίσεις (στην τηλεόραση, στο γήπεδο), και το παίξιμο στοιχημάτων ή ΠΡΟ-ΠΟ, κάτι που συναντάται σε μεγάλο ποσοστό των φιλάθλων.

Σε όλο αυτό το τεράστιο κύκλο χρήματος, συχνές είναι οι καταγγελίες για «ξέπλυμα μαύρου χρήματος» από προέδρους ΠΑΕ, χρηματισμό διαιτητών, πούλημα αγώνων του Στοιχήματος, παράνομες χρηματοδοτήσεις Συλλόγων κ.α.



Γ) Η χρησιμοποίηση του ποδοσφαίρου στην πολιτική



Για τη σχέση του ποδοσφαίρου με το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο έχουν γραφεί πολλά. «…στον καπιταλισμό, ακόμη και ο ελεύθερος χρόνος είναι συνέχεια της δουλειάς. H πολύωρη και επαναληπτική εργασία, οι χαμένες ώρες στη διαδρομή, το άγχος, προκαλούν εξάντληση στο σώμα και στο πνεύμα σε τέτοιο βαθμό που νοιώθουμε άδειοι όταν γυρνάμε σπίτι. Tα σπορ αναπαράγουν την πιο απάνθρωπη λογική του καπιταλισμού, σύμφωνα με την οποία, όλες οι ανθρώπινες ικανότητες είναι μετρήσιμες και μπορούν να μετατραπούν σε αριθμούς και ρεκόρ. H λογική των σπορ προσπαθεί να κρίνει την κίνηση και τις δυνατότητες του ανθρώπινου σώματος, μέσα από συγκεκριμένους κανόνες και συγκεκριμένα μέτρα.

Oτι το ποδόσφαιρο είναι «λαϊκό άθλημα» είναι ένας μεγάλος μύθος. Oι ρίζες του βρίσκονται στα χριστιανικά σχολεία της Aγγλίας των μέσων του 19ου αιώνα. Tο ποδόσφαιρο εφευρέθηκε και εντάχθηκε στο σχολικό πρόγραμμα για να συμπληρώσει τη λογική των σχολείων που προσπαθούσαν να αναδείξουν τους «ισχυρούς άνδρες» της χώρας που θα επιβιώσουν ως ισχυρότεροι των διπλανών τους. Aργότερα τοπικές εκκλησίες έφτιαχναν ποδοφαιρικούς συλλόγους για να αποκτήσουν ρίζες μέσα σε καινούργιες εργατογειτονιές στην Aγγλία. H Mπέρμιγχαμ Σίτι, η Aστον Bίλα, η Eβερτον, η Mπόλτον είναι τέτοια δημιουργήματα της αγγλικανικής εκκλησίας.

Σήμερα γύρω από το ποδόσφαιρο έχει στηθεί το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας αθλητικής βιομηχανίας. Tο Mουντιάλ του 1994 έγινε στις HΠA, όχι γιατί οι Aμερικανοί αγαπούν το συγκεκριμένο άθλημα, αλλά γιατί η ποδοσφαιρική βιομηχανία έψαχνε τρόπους να εισχωρήσει στην αμερικανική αγορά 3».

«Το γήπεδο καταφέρνει και ενώνει διαφορετικούς τελείως κόσμους ενώ την ίδια στιγμή τους έχει διχάσει τον καθένα ξεχωριστά. Αριστεροί αγκαλιά με τους δεξιούς ξεχνάνε προσωρινά τις έχθρες τους μπροστά στον εχθρό με το άλλο χρώμα. Είναι προφανές ότι το γήπεδο με την μεγάλη και πυκνή ανθρώπινη μάζα που παρευρίσκεται στην κερκίδα του αποτελεί τον ιδανικό χώρο για την διάδοση ιδεών, πολιτικών και μη 4». Η παιδική συμπάθεια για μια ομάδα, μπορεί άνετα να συνδυαστεί με την διάδοση πολιτικών ιδεών. Έτσι «…ο Mussolini εκμεταλλεύτηκε το παγκόσμιο κύπελλο του 1934 για να διαφημίσει το καθεστώς του, ενώ κάτι ανάλογο έκανε αργότερα και ο Franco, μέσω της Real Madrid. Πιο πρόσφατα, το αγκάθι του νέο-ναζισμού ταλαιπωρεί τόσο το ποδόσφαιρο όσο και τους οργανωτές, αλλά και τους απλούς καθώς πρέπει φίλους του 5». Γνωστή είναι και η μεγάλη σημασία που έδωσε η Χούντα του 67 στους ποδοσφαιρικούς αγώνες, προκειμένου να στρέψει εκεί το ενδιαφέρον των πολιτών αντί για την πολιτική.

Τέλος, σημαντική είναι και η απορρόφηση των φιλάθλων – οπαδών από τις τηλεοπτικές υπερπαραγωγές κάλυψης ποδοσφαιρικών αγώνων, σε καθημερινή πλέον βάση. Η παρακολούθηση από την τηλεόραση, που λειτουργεί σαν ναρκωτικό, είναι σίγουρο ότι αποτρέπει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού από σκέψεις αμφισβήτησης της ισχύουσας οικονομικής και πολιτικής εξουσίας.

Σύμφωνα με το ΒΗΜΑ «…η τηλεοπτική αναμετάδοση του ποδοσφαίρου έχει ένα κύριο χαρακτηριστικό, το οποίο την κάνει να μοιάζει με τα ναρκωτικά: μια αλχημεία ταυτόχρονα αδιόρατη και ισχυρή την καθιστά σχεδόν ακαταμάχητη και πολλοί δεν μπορούν να πουν όχι σε αυτό το θέαμα που επαναλαμβάνεται αδιάκοπα. Σήμερα πάνω από τριάντα τρεις κάμερες αναμεταδίδουν κάθε συνάντηση. Η έλευση της ψηφιακής τεχνολογίας επέτρεψε να φθάσουμε σε μια απίστευτη τεχνολογική εξέλιξη στη σκηνοθεσία. Οι αναμεταδόσεις φάσεων σε αργή κίνηση και τα κοντινά πλάνα έχουν πολλαπλασιαστεί, εις βάρος των μακρινών πλάνων τα οποία απεικονίζουν καλύτερα το παιχνίδι. Κατ΄ εξοχήν ομαδικό άθλημα, το ποδόσφαιρο στην τηλεόραση μετατρέπεται σε ένα ατομικό σπορ που ασκείται ομαδικά, φλερτάροντας με τις διασημότητες, τις προσωπικές στιγμές, την τηλεόραση ριάλιτι... Το ματς κατακερματίζεται σε ένα πλήθος μικροεπεισοδίων, με ένα αδιάκοπο πηγαινέλα ανάμεσα στο ζωντανό και στο ετεροχρονισμένο, στην αργή κίνηση. Στη Γαλλία έχουμε κατ΄ αυτόν τον τρόπο από 50 έως 120 αναμεταδόσεις φάσεων σε αργή κίνηση σε κάθε αγώνα. Οι σχολιαστές και οι αναλυτές εξαρτώνται από αυτή την κατάτμηση των εικόνων και προσφέρουν ελάχιστη διαφώτιση ως προς τις τεχνικές, τις τακτικές και τις παιδαγωγικές πλευρές. Ως παρενέργεια των υπέρογκων ποσών που καταβάλλονται σε συμβόλαια αποκλειστικότητας και στην αγορά δικαιωμάτων και πρέπει να αποσβεστούν, τα κανάλια περισσότερο «πουλάνε» τα ματς στο κοινό τους παρά τα σχολιάζουν. Όσο για τις ποδοσφαιρικές αρχές της Γαλλίας, τα διακυβεύματα – οικονομικά και εξουσίας – είναι τόσο σημαντικά ώστε ξεχνούν να προστατεύσουν από τις καταχρήσεις της τηλεόρασης το άθλημα για το οποίο είναι υπεύθυνες. Στην τηλεοπτική λογική οι λέξεις που κυριαρχούν είναι τηλεθέαση, διαφήμιση, προβολή, πάθος με την τεχνολογία. Πέρα από μια χούφτα αντιστεκόμενων, αποφασισμένων και ερωτευμένων με το ποδόσφαιρο, το θέμα αυτό δεν γίνεται πουθενά αλλού αντικείμενο διαλόγου, λες και η τηλεοπτική αναμετάδοση του ποδοσφαίρου δεν επιδέχεται σε καμία περίπτωση κριτική. Μήπως οι ποδοσφαιρικές διοργανώσεις, όπως το Euro, δεν είναι παρά ένα ακόμη βήμα προς την τύφλωση του κοινού;

Το ποδόσφαιρο, υπέροχο άθλημα και πρώτο σπορ στον κόσμο, κινδυνεύει. Παιδεία απέναντι στην εικόνα, δεοντολογία, σεβασμός προς το πνεύμα του παιχνιδιού και τους διαιτητές, αίσθημα κοινωνικής ευθύνης και προβολή του αθλητή ως πρότυπο: όλα αυτά ελλείπουν. Απέναντι στις οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές πλευρές του αθλήματος-θεάματος οι λάτρεις του ποδοσφαίρου είναι τελικά εξ ορισμού ανίκανοι να καταλάβουν καλύτερα αυτό που βλέπουν και ακούνε, κολλημένοι στην τηλεόραση και στο καθημερινό τους όπιο; Μια συνολική κριτική στάση απέναντι στην τηλεοπτική αναμετάδοση του ποδοσφαίρου είναι όμως περισσότερο απαραίτητη από ποτέ 6».







http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=550798

2 http://www.sigmalive.com/simerini/world/epikairotita/274758

3 http://theoriasek.blogspot.com/2006/07/blog-post_14.html

4 http://ideatons.blogspot.com/2010/02/blog-post_24.html

5 http://www.antinews.gr/?p=67663

6 http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=240321&ct=6&dt=20/06/2008

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Τα «λάθη» του Άνταμ Σμιθ και το σύγχρονο οικονομικο – πολιτισμικό σύστημα

Ο Άνταμ Σμιθ, με το έργο του «ο Πλούτος των Εθνών» (1776), καθιερώθηκε ως ιδρυτής της κλασικής Πολιτικής Οικονομίας. Με τις δύο βασικές θεωρητικές του θέσεις, αυτή για το «αόρατο χέρι» που οδηγεί την οικονομία και αυτή για την εργασία ως τον πραγματικό πλούτο των εθνών, έβαλε τα θεμέλια για την ανάπτυξη μιας αυτόνομης επιστήμης που σκοπό θα είχε το μελλοντικό όφελος όλης της κοινωνίας και της ανθρωπότητας. Βάση και του προηγούμενου του βιβλίου για τη «θεωρία των ηθικών συναισθημάτων», η επιδίωξη του προσωπικού συμφέροντος στις οικονομικές συναλλαγές όχι μόνο δεν οδηγεί σε οικονομικό χάος, αλλά, αντίθετα προάγει το γενικό συμφέρον και την κοινωνική ευημερία. Δεν αποτελεί ηθικό μειονέκτημα, αλλά κοινωνική αρετή. Κατά τον Δουράκη, «πρόκειται για μεγαλειώδη θεωρητική σύλληψη, που προσδίδει τεράστιο ηθικό και κοινωνικό κύρος στους επιχειρηματίες της εποχής του, οι οποίοι από περιφρονημένοι παρίες μετατρέπονται σε βασικούς στυλοβάτες της κοινωνίας».


Για τον Σμιθ, «κάθε άτομο... γενικά, ή έχει την τάση να προωθεί το δημόσιο συμφέρον ή γνωρίζει πόσο πολύ πραγματικά το προωθεί. Προτιμώντας την υποστήριξη της εγχώριας από την ξένη βιομηχανία, στοχεύει στο να εξασφαλίσει τη δική του ασφάλεια. Και διοικώντας τη βιομηχανία αυτή με τέτοιον τρόπο ώστε να αποκομίσει από αυτήν τη μεγαλύτερη δυνατή αξία, στοχεύει αποκλειστικά στο δικό του κέρδος και είναι αυτό, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, που οδηγείται από ένα αόρατο χέρι για να βάλει έναν στόχο που δεν είναι μέρος των επιδιώξεών του»…


«Οι πλούσιοι..., μοιράζονται με τους φτωχούς την παραγωγή όλων των επιτευγμάτων τους. Καθοδηγούνται από ένα αόρατο χέρι να προβούν στην ίδια κατανομή των απαραιτήτων για τη ζωή πραγμάτων που έχουν παραχθεί, σαν η γη να έχει μοιραστεί σε ίσα μέρη μεταξύ όλων της των κατοίκων».


«Η ενιαία, συμπαγής και αδιάλειπτη προσπάθεια κάθε ατόμου να βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσης, η αρχή από την οποία προέρχεται πραγματικά ο δημόσιος, εθνικός καθώς και ιδιωτικός πλούτος, είναι συχνά από μόνη της τόσο ισχυρή για να διατηρήσει τη φυσική πρόοδο των πραγμάτων προς τη βελτίωση, παρά τις υπερβολές των κυβερνήσεων και τα τεράστια λάθη των διοικήσεων. Όπως η άγνωστη αρχή που διέπει τη ζωή των ζώων, συχνά επαναφέρει την υγεία και το σφρίγος στην πολιτεία, παρά, όχι μόνο την αρρώστια, αλλά και τις παράλογες συνταγές του γιατρού».


Τέλος, «η πραγματική τιμή ενός πράγματος, αυτό που πραγματικά κοστίζει στον άνθρωπο ο οποίος θέλει να το αποκτήσει, είναι ο μόχθος και ο κόπος της απόκτησής του. Αυτό που ένα πράγμα αξίζει για κάποιον που το έχει αποκτήσει και θέλει να το διαθέσει ή να το ανταλλάξει με κάτι άλλο είναι ο κόπος που μπορεί να εξοικονομήσει για τον εαυτό του και που μπορεί να επιβαρύνει άλλους ανθρώπους. Αυτό που αγοράζουμε με χρήματα ή με αγαθά το προμηθευόμαστε με τόση εργασία, όση θα χρειαζόταν για να το αποκτήσουμε από το μόχθο του σώματός μας. Τα χρήματα ή αυτά τα αγαθά μάς απαλλάσσουν απ’ αυτόν τον μόχθο. Περιέχουν την αξία μιας περιορισμένης ποσότητας εργασίας, την οποία ανταλλάσσουμε με αυτό που υποτίθεται ότι εκείνη τη στιγμή περιέχει αξία ίσης ποσότητας. Η εργασία ήταν η πρώτη τιμή, τα αρχικά χρήματα για αγορά που πληρώνονταν για κάθε πράγμα. Όλο ο πλούτος του κόσμου αρχικά αγοράστηκε όχι με χρυσό και άργυρο, αλλά με την εργασία, και η αξία του γι’ αυτούς που τον κατέχουν και θέλουν να τον ανταλλάξουν με κάποια νέα προϊόντα είναι ακριβώς ίση με την ποσότητα εργασίας την οποία ο πλούτος αυτός τους επιτρέπει να αγοράσουν ή να ελέγχουν».


Το ερώτημα είναι, κατά πόσο οι μεγαλοφυείς, αναμφισβήτητα, θέσεις του ιδρυτή της Πολιτικής Οικονομίας, έχουν εφαρμογή σήμερα.


Η απάντηση είναι ότι μάλλον δεν έχουν, ή καλύτερα έχουν αλλά υπό πολλούς περιορισμούς και κανονισμούς. Παρακάτω εξετάζεται αν και κατά πόσο


Α) το «αόρατο χέρι» είναι ικανό από μόνο του να οδηγήσει σε ανάπτυξη και κοινωνική δικαιοσύνη, και


Β) αν η εργασία είναι όντως ο πλούτος των εθνών και έχει σχέση με την τρέχουσα αξία του χρήματος.






Α) «Αόρατο χέρι», ανάπτυξη και δημοκρατία


Ο ίδιος ο Άνταμ Σμιθ, διαχώρισε τα συμφέροντα μισθωτών και κεφαλαιούχων ως αντιτιθέμενα. Η πιο σημαντική του, ωστόσο, παρατήρηση ήταν ότι, γενικότερα τα συμφέροντα της κοινωνίας είναι αντιτιθέμενα με αυτά των κεφαλαιούχων – επενδυτών. Όσο δηλαδή αναπτύσσεται και ευημερεί μία κοινωνία, τόσο τα κέρδη των κεφαλαιούχων μειώνονται, και όσο η κοινωνία μένει στάσιμη ή παρακμάζει τόσο τα κέρδη τους αυξάνονται.


Όπως γράφει «…το σύνολο της ετήσιας παραγωγής της γης και της εργασίας μιας δεδομένης χώρας…συνιστά το εισόδημα τριών διαφορετικών τάξεων του πληθυσμού: αυτών που ζουν από την πρόσοδο της γης, αυτών που ζουν από το μισθό και αυτών που ζουν από τα κέρδη.


Τα συμφέροντα της πρώτης και της δεύτερης τάξης είναι συνδεδεμένα με τα συμφέροντα της κοινωνίας. Τόσο το ύψος της προσόδου, όσο και του μισθού, αυξάνονται όσο αυξάνονται ο πραγματικός πλούτος της κοινωνίας και η ποσότητα της χρήσιμης εργασίας που απασχολείται στο εσωτερικό της.


Ωστόσο, αντίθετα με την πρόσοδο και τους μισθούς, το επίπεδο κέρδους των κεφαλαιούχων, δεν αυξάνεται σε περιόδους οικονομικής άνθησης και δεν μειώνεται σε περιόδους παρακμής της κοινωνίας. Αντίθετα είναι γενικά χαμηλό στις πλούσιες, και υψηλό στις φτωχές χώρες, και είναι πάντα υψηλότερο στις χώρες που βαδίζουν προς την καταστροφή.


Η μείωση του κεφαλαιακού αποθέματος μιας κοινωνίας ή των κονδυλίων που προορίζονται για τη συντήρηση της φιλόπονης δραστηριότητας, καθώς μειώνει το μισθό της εργασίας, αυξάνει τα κέρδη του αποθέματος. Με τη μείωση του μισθού της εργασίας, οι κάτοχοι του αποθέματος που παραμένει στην κοινωνία είναι σε θέση να φέρουν τα αγαθά τους στην αγορά με μικρότερες δαπάνες απ ότι προηγουμένως και, καθώς χρησιμοποιείται μικρότερο απόθεμα στην τροφοδοσία της αγοράς, μπορούν να πωλούν ακριβότερα.


Τα δύο υποσύνολα της τάξης των κεφαλαιούχων που απασχολούν τα μεγαλύτερα κεφάλαια και, λόγω του πλούτου τους, προσελκύουν το μεγαλύτερο μερίδιο της δημόσιας εκτίμησης είναι οι έμποροι και οι βιομήχανοι. Καθώς οι συλλογισμοί τους στρέφονται γενικά περισσότερο γύρω από τα συμφέροντα του δικού τους ιδιαίτερου κλάδου οικονομικής δραστηριότητας και λιγότερο γύρω από αυτά της κοινωνίας, η κρίση τους είναι πιθανότερο να εξαρτάται περισσότερο από τη θεώρηση των πρώτων συμφερόντων και λιγότερο αυτήν των δευτέρων.


Το συμφέρον τους πάντα είναι η διεύρυνση της αγοράς και ο περιορισμός του ανταγωνισμού. Η διεύρυνση της αγοράς ενδέχεται συχνά να συμβαδίζει σε σημαντικό βαθμό με τα συμφέροντα της κοινωνίας. Αλλά ο περιορισμός του ανταγωνισμού είναι πάντα αντίθετος με αυτά, και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να δώσει στους επιχειρηματίες τη δυνατότητα να επιβάλουν, για δικό τους λογαριασμό, έναν αυθαίρετο φόρο επί των άλλων συμπολιτών τους, μέσω της αύξησης των κερδών τους πάνω από τα φυσικά τους επίπεδα. Η πρόταση κάθε νέου νόμου ή ρύθμιση του εμπορίου που προέρχεται από αυτή την τάξη θα πρέπει πάντοτε να ακούγεται με επιφύλαξη. Οι προτάσεις αυτές προέρχονται από μία τάξη ανθρώπων, των οποίων τα συμφέροντα δεν ταυτίζονται ποτέ με αυτά της χώρας, που έχουν γενικά συμφέρον να εξαπατούν, ακόμα και να καταπιέζουν τη χώρα, και οι οποίοι, για το λόγο αυτόν, σε πολλές περιπτώσεις και την εξαπάτησαν, αλλά και την καταπίεσαν».


Στο πρόσφατο άρθρο «Αγορά και Δημοκρατία» του Ζακ Αταλί στην L' Express, ο συγγραφέας παρατηρεί «…να συσσωρεύονται οι αποδείξεις για την αυξανόμενη αντίφαση μεταξύ αγοράς και δημοκρατίας: η δημοκρατία προϋποθέτει την ύπαρξη συνόρων· συνόρων γεωγραφικών, που προσδιορίζουν τον τόπο της αρμοδιότητάς τους. Συνόρων λειτουργικών, που οριοθετούν τους τομείς όπου εφαρμόζονται αυτές οι πολιτικές. από τη μεριά της η αγορά εξ ορισμού απεχθάνεται τα σύνορα· εμπορεύματα, κεφάλαια, εργαζόμενοι, καταναλωτές, μισθωτοί, θα πρέπει όλα να κυκλοφορούν κατά βούληση, να πωλούν και να αγοράζονται όπως επιθυμούν, να εργάζονται και να επενδύουν παντού. Η δημοκρατία αγαπά τη σταθερότητα· η αγορά αντιθέτως είναι νομάς».


Επιπροσθέτως, ο «σταρ», πλέον, της οικονομίας Τζότζεφ Στίγκλιτς, σύμβουλος του Ομπάμα και του Σαρκοζί, δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξη του στην Ελευθεροτυπία «οι τράπεζες, στην περίοδο της κρίσης, κάνουν τη δουλειά τους όπως πριν και τα μπόνους των στελεχών παραμένουν τα ίδια. Η απληστία αποτελεί, όσο ποτέ άλλοτε, την κινητήρια δύναμη της οικονομίας. Οι όποιες ρυθμίσεις που επέβαλαν οι πολιτικοί δεν είναι παρά διακοσμητικές. Δείτε τι συμβαίνει στην Ελλάδα: όλα ξαναρχίζουν. Κανείς δεν θέλει να δει τα πράγματα καταπρόσωπο και βρισκόμαστε στο σημείο όπου προετοιμάζεται το έδαφος για άλλες κρίσεις, εξίσου βίαιες με αυτές που βιώνουμε και θα καταστρέψουν εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε ολόκληρο τον κόσμο».


Όντως, συμμετέχω σε στρογγυλές τράπεζες, δίνω συνεντεύξεις και μπορώ να εκφραστώ. Όμως όλα αυτά γίνονται για λόγους ευγενείας. Στην πραγματικότητα κανείς δεν θέλει να σκεφτεί πραγματικά τι έχει συμβεί, ούτε και να βρει λύσεις ώστε να αποφευχθούν τα ίδια σφάλματα. Σήμερα ο κόσμος χωρίζεται σε δύο στρατόπεδα. Στο πρώτο βρίσκονται εκείνοι που βλέπουν τους τραπεζίτες και τις κυβερνήσεις ως υπεύθυνους της κρίσης και θέλουν να τους πνίξουν. Πάνω σε αυτόν τον λαϊκισμό πατάει η Σάρα Πέιλιν στις ΗΠΑ. Στο άλλο στρατόπεδο, συναντάμε -κυρίως- επαγγελματίες χρηματιστικών ιδρυμάτων, τις περισσότερες κυβερνήσεις και τα πολιτικο-οικονομικά κατεστημένα, που πιστεύουν πως η οικονομία μας υπήρξε θύμα κάποιου σοβαρού ατυχήματος, σαν να επρόκειτο για αυτοκίνητο που ξέφυγε από τον δρόμο. Αλλά όχι τίποτε περισσότερο. Κρίμα που μας έπληξε αυτή η κρίση, λένε, αλλά δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία. Πρέπει να ζήσουμε με αυτήν και γρήγορα να ξαναρχίσουμε όπως πριν. Το πιστεύω τους είναι απλό: δεν πρέπει να απαγορευθεί η οδήγηση επειδή γίνονται τροχαία ατυχήματα. Είναι λάθος αυτή η λογική. Κανείς δεν θέλει να σκεφτεί το πραγματικό θέμα, που είναι προφανές: Πρέπει να επανεξετάσουμε από το Α έως το Ω τους κανόνες του οικονομικού παιχνιδιού. Στη δεκαετία του '80, ο κόσμος του χρήματος δημιούργησε ένα λόμπι με σκοπό την απορύθμιση του καπιταλισμού. Τα κατάφεραν χάρη στον Ρόναλντ Ρέιγκαν και στο περιβάλλον του. Οι διάδοχοί του δεν άλλαξαν ρότα: ήταν και αυτοί πεισμένοι πως η αγορά θα ρυθμιζόταν μόνη της, πως η κερδοσκοπία ήταν ένα απλό παιχνίδι και πως καλύτερα θα ήταν να μην επέμβει κανείς. Αρνήθηκαν να κατασκευάσουν μια ισχυρή νομοθεσία και δεν έπαιξαν τον φυσικό τους ρόλο, δηλαδή αυτόν του διαιτητή. Αυτό άλλωστε ευνοούσε τις πολιτικές: τα νέα χρηματιστικά εργαλεία, όπως τα περίφημα subprimes, έδωσαν ώθηση στην αμερικανική ανάπτυξη όλα αυτά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Επέτρεψαν σε μικρομεσαίους πολίτες να αποκτήσουν ακίνητα, ενώ δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στα έξοδα των δανείων τους. Όλοι έκλειναν τα μάτια χωρίς να το πολυσκέφτονται. Όλες οι κυβερνήσεις – ακόμη και αυτή του Κλίντον, στην οποία ήμουν σύμβουλός της- είχαν ένα είδος φανατισμού υπέρ των αγορών. Η ισχύουσα οικονομική θεωρία ήταν πως η χρηματιστική παγκοσμιοποίηση θα έφερνε την ευμάρεια σε όλους και πως τα μαθηματικά και τα νέα χρηματιστικά εργαλεία θα έθεταν τέλος στις κυκλικές διακυμάνσεις της οικονομίας. Κανείς δεν πρόσεξε πως το σύστημα είχε "ξεφύγει". Κάποιοι οικονομολόγοι και παλαιοί σοφοί, που είχαν ζήσει την κρίση του '30, χτύπησαν τον κώδωνα κινδύνου. Αλλά όλοι μιλούσαν για την ανάπτυξη που είχε δημιουργηθεί.... Κανείς δεν μπορεί να πολεμήσει ενάντια σε εκείνο που τροφοδοτεί τον κινητήρα του καπιταλισμού. Το ότι χιλιάδες διαχειριστές τραπεζικών επενδυτικών προϊόντων υπερηφανεύονται πως μπορούν να τα καταφέρουν καλύτερα απ' ό,τι οι αγορές, ή ότι ένας ολόκληρος πληθυσμός μυωπικών επενδυτών θέλουν να παίξουν στο καζίνο, δεν με ενοχλεί, είναι πρόβλημά τους. Αντίθετα, όμως, όταν οι όροι του παιχνιδιού δεν είναι ίδιοι για όλους και τα αποθέματα των συντάξεων ή των τραπεζών παίζονται στο καζίνο, τότε αυτό με σοκάρει. Οι τραπεζίτες δεν είναι από τη φύση τους πιο άπληστοι από άλλους. Ωστόσο, οι ανταμοιβές των επαγγελματιών χρηματιστών δεν αντιστοιχούν στην προστιθέμενη αξία και στις υπηρεσίες που προσφέρουν. Είναι απαράδεκτο και ανήθικο. Ήμουν στο Νταβός τον περασμένο Ιανουάριο. Οι τραπεζίτες είχαν ξαναβρεί το γόητρό τους. Έλεγαν στους πολιτικούς: "Αν κάνετε υπερβολές στις ρυθμίσεις των αγορών, θα θέσετε την πραγματική οικονομία σε κίνδυνο. Αν περιορίσετε τον τομέα δράσεών μας με νόμους και οδηγίες, οι δυτικές τράπεζες δεν θα είναι πια ανταγωνιστικές απέναντι στους Κινέζους ανταγωνιστές τους και θα χάσετε τον τελευταίο τρόπο να ασκείτε πιέσεις στην Κίνα". Και οι πολιτικοί τούς άκουγαν συγκατανεύοντας, κουνώντας το κεφάλι. Υποτάχτηκαν στους τραπεζίτες: τους έδωσαν μια λευκή επιταγή χωρίς να απαιτήσουν κάτι, ώστε να αποφευχθεί στο μέλλον μια παρόμοια με αυτήν που βιώνουμε, κρίση. Παίρνω ως παράδειγμα την κυβέρνηση Ομπάμα, για να δούμε όλες τις διαφορετικές πλευρές. Ο Ομπάμα δεν έχει εντελώς ελεύθερα τα χέρια. Θυμηθείτε το σκεπτικό της εκλογής του: Ήθελε να δείξει πως με αυτόν θα υπήρχε ηρεμία και συνέχεια, απαραίτητη προϋπόθεση για να δημιουργήσει κλίμα εμπιστοσύνης. Ωστόσο, είμαι εντυπωσιασμένος σήμερα καθώς διαπιστώνω πως ο Ομπάμα, που κέρδισε υποσχόμενος την "αλλαγή", δεν μετακίνησε παρά ελάχιστα τις πολυθρόνες πάνω στη γέφυρα του Τιτανικού. Τα πρόσωπα άλλαξαν, όχι οι πεποιθήσεις. Το σχέδιό του για την υποστήριξη της οικονομίας ήταν εντελώς απαραίτητο. Όμως δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να αναδιοργανώσει εκ βάθρων το χρηματιστικό σύστημα. Κι όμως, μπορούσε να το κάνει. Τελικά ο Ομπάμα, όπως και ο Μπους, πίστεψε πως ανοίγοντας τις κάνουλες του ρευστού προς τις τράπεζες και δίνοντας πιστώσεις, όλα θα πήγαιναν όπως πριν. Ήταν όμως ένα προσωρινό μέτρο. Πίστεψε επίσης πως το γενικό συμφέρον και το συμφέρον των τραπεζών ήταν κοινό, πως το σχέδιο ενίσχυσης των τραπεζών θα ευνοούσε περισσότερο τον Αμερικανό πολίτη. Κι όμως, θα έπρεπε να προχωρήσει στην αναδιανομή του πλούτου, να αναδιαμορφώσει πλήρως το αμερικανικό φορολογικό σύστημα με πιο δίκαιους νόμους και να καταργήσει τα δώρα που η κυβέρνηση Μπους έκανε στους προνομιούχους. Όμως δεν άλλαξε ρότα. Το πρόβλημα είναι τώρα πως όλος ο κόσμος γνωρίζει, και οι κερδοσκόποι καλύτερα από τον καθένα, πως το κράτος είναι εδώ για να παίξει τον ρόλο του πυροσβέστη».


Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η λειτουργία της αγοράς και οι τακτικές πλουτισμού των κεφαλαιούχων δεν συνάδουν με τα συμφέροντα της κοινωνίας και της δημοκρατίας. Οι γιατροί και οι φαρμακευτικές εταιρίες «τρίβουν τα χέρια τους» όταν υπάρχουν ασθενείς, οι ψυχολόγοι όταν υπάρχουν ψυχικά διαταραγμένοι, οι εταιρίες security και κατασκευής όπλων όταν υπάρχει ανασφάλεια!


Όπως ειπώθηκε και στο διάσημο ντοκιμαντέρ Zeitgeist «… προβλήματα όπως αυτά της φτώχειας και των αστέγων δεν λύνονται, επειδή κανείς από τους κεφαλαιούχους δεν θα αποκομίσει κέρδος. Αν αύριο, οι κεφαλαιούχοι εκτιμούσαν ότι με τη λύση αυτών των προβλημάτων θα κέρδιζαν πολλά εκατομμύρια δολάρια, άμεσα οι δρόμοι θα «καθάριζαν» από τους αστέγους και τους φτωχούς και θα βρισκόταν καταλύματα και τροφή».


Φυσικά, όπως τονίζει και ο Σμιθ, η διεύρυνση της αγοράς συχνά συμβαδίζει με την πρόοδο της κοινωνίας. Με την ανάπτυξη της οικονομίας έρχεται η ζήτηση εργασίας, η ευημερία και η πρόοδος της κοινωνίας (σε υγεία, ασφάλεια, πολιτισμό). Όμως με κανόνες, και κανόνες που θα στοχεύουν στα συμφέροντα των πολλών και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Επομένως, από κανόνες που θα τεθούν από τη δημοκρατία.


Όπως καταλήγει και ο Αταλί «…η δημοκρατία δεν μπορεί να ανταγωνίζεται την αγορά στο γήπεδό της. Δεν μπορεί να παραιτείται από τα φορολογικά της έσοδα για να γοητεύσει όσους δεν ενδιαφέρονται για τη μοίρα της. Δεν πρέπει να εκμηδενίζει τη φορολογία για να συγκρατήσει τους πλουσιότερους, ούτε φυσικά να τη διογκώνει πέραν της λογικής, για να βοηθήσει δήθεν τους φτωχούς. Αυτό που χρειάζεται να κάνει, είναι να αξιοποιήσει τα δικά της όπλα: αυτά της μόρφωσης, του πολιτισμού, της ικανοποίησης που προκαλεί η συμβίωση, του κοινωνικού συμβολαίου. Η εμπειρία πράγματι αποδεικνύει πως η «φορολογική μετανάστευση» είναι πολύ μικρή σε χώρες με υψηλή φορολογία, εφόσον οι χώρες αυτές κατορθώνουν να αξιοποιούν τους πόρους τους για να υπηρετήσουν ένα συλλογικό πρόταγμα. Η πολιτική δεν μπορεί να εξισορροπεί την αγορά απλά υποτασσόμενη στους νόμους της. Αλλά μπορεί να δημιουργήσει μερικούς καλούς λόγους ώστε να πείσει τους νομάδες να μοιραστούν το μέλλον τους με τους μόνιμους κατοίκους της».






Β) Αξία του χρήματος και σύγχρονο οικονομικο – πολιτισμικό περιβάλλον






Ως και το μισό του 20ου αιώνα, οι οικονομολόγοι δομούσαν θεωρητικά μοντέλα σύμφωνα με τα οποία τα άτομα α) αφενός γνωρίζουν κάθε στιγμή τί θέλουν να κάνουν και ποιό είναι το συμφέρον τους, και β) αν το κέρδος που θα έχουν από μία αγορά είναι μεγαλύτερο από το κόστος αυτής, τότε με πλήρη συνείδηση προχωρούν στην πραγματοποίηση της.


Η οικονομική επιστήμη κυριάρχησε ως επιστήμη ορθολογικών αποφάσεων. Σύμφωνα με τα οικονομικά μοντέλα, τα άτομα έχουν προτιμήσεις που είναι συνεπείς και παίρνουν καλές αποφάσεις για το πώς να πετυχαίνουν τις επιθυμίες τους. Οι οικονομολόγοι δημιούργησαν πολύπλοκους μαθηματικούς τύπους για το πώς ο καθένας μπορούσε να πετύχει τους στόχους του. Τα υπόλοιπα στοιχεία της ψυχικής λειτουργίας όπως συναισθήματα, συνήθειες, υποσυνείδητες αποφάσεις, παρορμήσεις, εθισμοί, μόδες, αφέθηκαν για μελέτη στους κοινωνικούς επιστήμονες.


Ωστόσο, τα πάντα άλλαξαν από έναν κοινωνικό επιστήμονα. Ο Ντάνιελ Κάνεμαν, ψυχολόγος καθηγητής στο Πρίνστον, μετά από χρόνια έρευνας στο πεδίο της οικονομικής ψυχολογίας κατάφερε να ξεπεράσει την παραδοσιακή παραδοχή της ορθολογικής οικονομικής συμπεριφοράς του ατόμου, η οποία καθοδηγείται από το προσωπικό συμφέρον. Με την τελευταία του δε εργασία, το 2002, κατάφερε και κέρδισε το βραβείο Νόμπελ Οικονομικών, που από τότε ονομάζεται Νόμπελ Κοινωνικών Επιστημών και συμπεριλαμβάνει όλες τις κοινωνικές επιστήμες όπως αποδείχτηκε ότι είναι και τα οικονομικά.


Το Νόμπελ δόθηκε στον Κάνεμαν διότι απέδειξε ότι ο κάθε άνθρωπος σκέφτεται με τουλάχιστον δύο συστήματα σκέψης: τη διαισθητική και την ορθολογική.


Η πρώτη είναι κατά πολύ ισχυρότερη γιατί είναι η «φυσική» μας σκέψη. Είναι εύκολη, με την έννοια ότι δεν χρειάζεται κόπο μιας και είναι αυθόρμητη. Με αυτόν τον τρόπο σκέφτονται τα μικρά παιδιά, οι άνθρωποι των πρωτόγονων φυλών, οι νοητικά στερημένοι και όλοι οι άνθρωποι στην πρώτη φάση που ένα ερέθισμα έρχεται σε επαφή με το γνωστικό μας σύστημα.


Η δεύτερη, η ορθολογική, προκαλείται ενσυνείδητα, σε ανθρώπους που έχουν μάθει να τη χρησιμοποιούν και απαιτεί κόπο.


Μέσα από ένα καταιγισμό άρθρων και επιχειρημάτων ο Κάνεμαν έπεισε ότι ο άνθρωπος όταν έρχεται σε επαφή με ένα εμπορεύσιμο προϊόν σκέφτεται, σε πρώτη φάση, με τη διαισθητική σκέψη. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων θα μείνει σε αυτό το πρώτο και επιφανειακό είδος σκέψης. Έτσι θα αποφασίσουν με κριτήρια «διαισθητικά»: αν το προϊόν έχει ωραία εμφάνιση ή περιτύλιγμα, αν συνοδεύεται από κάποιο «δώρο», αν ο πωλητής ήταν ευγενικός κ.α.


Μόνο λίγοι, που έχουν αναλώσει χρόνο στην ανάπτυξη δεξιοτήτων ορθολογικής σκέψης θα μπορέσουν να σκεφτούν λογικά, και συνεπώς να κρίνουν αντικειμενικά αν μία αγορά ανταποκρίνεται ουσιαστικά στο συμφέρον τους ή όχι.






Η ψυχολογία του χρήματος






Το πόσο, λοιπόν, αξίζει το χρήμα είναι θέμα ψυχολογίας. Τα παραδείγματα υπέρ της συγκεκριμένης άποψης είναι αναρίθμητα.


Αν, για παράδειγμα, μας ζητήσουν 1 ευρώ παραπάνω από το κανονικό, για την αγορά του εισιτηρίου μας στο μετρό θα αντιδράσουμε, ωστόσο δεν κάνουμε το ίδιο όταν μας το χρεώνει η τράπεζα ως αντίτιμο για τις ηλεκτρονικές της υπηρεσίες. Στην περίπτωση αυτή το θεωρούμε λογικό.


Αν μας ζητήσει ένας φωτογράφος 20 ευρώ για 4 φωτογραφίες του προσώπου μας θα τον θεωρήσουμε τρελό. Αν φωτογραφήσει ωστόσο το νεογέννητο παιδί μας, ευχαρίστως θα του δώσουμε όχι 20 αλλά 50 ευρώ.


Μπορεί στο σπίτι μας να σβήνουμε το δεύτερο φως για να εξοικονομήσουμε 1 – 2 ευρώ τη φορά, στην ταβέρνα όμως με τους φίλους μας θα παραγγείλουμε οπωσδήποτε τόσα ώστε να γεμίσει το τραπέζι μας και να φύγει ευχαριστημένος ο σερβιτόρος μας, έστω και αν γνωρίζουμε ότι στο τέλος θα μαζεύουμε τα περισσευούμενα φαγητά «για το σκυλάκι».


Η επίσκεψη σε ένα γιατρό δεν κοστίζει ποτέ 43 ή 57 ή 66 ευρώ. Το ποσό είναι πάντα «στρόγγυλο». Ή 50 ή 100 ευρώ (ή και πολλαπλάσια αυτών). Είναι αδιανόητο για μας να παίρνουμε από το γιατρό ρέστα σε ψιλά!


Ένα κανονικό (100 τ.μ.) διαμέρισμα πολυκατοικίας στο Κολωνάκι μπορεί να φτάσει και τα 450.000 ευρώ, και μία μονοκατοικία στη Μύκονο (όχι πολυτελής) το 1.000.000 ευρώ!


Μία επέμβαση καταρράκτη σε ιδιωτική κλινική χρεώνεται 3.000 ευρώ.


Σε πολυτελέστατο ξενοδοχείο του Ντουμπάϊ, η βραδιά μπορεί να κοστίσει στα 5.000 ευρώ και ο καφές τα 240 ευρώ.


Ένα άλλο δείγμα της σχετικής αξίας του χρήματος είναι οι αλλαγές των τιμών των προϊόντων με την είσοδο του ευρώ. Ακριβώς, λόγω της ψυχολογίας στη χρήση των χρημάτων, το ευρώ αντικατέστησε το κέρμα των 100 δραχμών, το 10ευρώ το 1000άρικο, το 50ευρώ το 5χίλιαρο. Έτσι ο μαϊντανός, από 50 δραχμές ανέβηκε στα 50 λεπτά (170 δραχμές). Ενώ οι μισθοί έμειναν ίδιοι, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες αυξήθηκαν 3,41 φορές. Ωστόσο, η ψυχολογία των καταναλωτών το δέχτηκε με ελάχιστα παράπονα, και το ίδιο φυσικά συνέβη και σε άλλες χώρες όπως στη Γαλλία και στη Γερμανία.


Τα παραπάνω «ακατανόητα» δεδομένα καταρρίπτουν τις θέσεις των οικονομολόγων ότι η αξία των προϊόντων και των υπηρεσιών σχετίζεται με την πρόσοδο, τους μισθούς και το κέρδος αυτών που τα παρήγαγαν (κατά Σμιθ), ή τη «φυσική» τους τιμή (κατά Σμιθ), από τη ζήτηση και την προσωπική ικανοποίηση των καταναλωτών (οριακή χρησιμότητα), τις ορθολογικές τους προσδοκίες, ή την παρεμβολή μονοπωλίων και συντεχνιών που «ανεβάζουν» τεχνητά την τιμή για δικό τους όφελος.


Είναι προφανές ότι παρεμβάλλονται και άλλοι παράγοντες, που επιδρούν στο άτομο – καταναλωτή και του «επιβάλλουν» να δεχτεί να πληρώσει μία εξωφρενική τιμή για ένα προϊόν ή μια υπηρεσία που επιθυμεί.


Στο σημείο αυτό είναι που χρειάζεται να φωτιστεί περισσότερο η λειτουργία του δεξιού εγκεφαλικού ημισφαιρίου.










Δεξί ημισφαίριο και ασυνείδητη σκέψη






Είναι γνωστά στην επιστήμη τα πειράματα ψυχολογίας σε ανθρώπους με καταστροφή του μεσολόβιου. Το μεσολόβιο είναι μία εγκεφαλική δομή που επιτρέπει την επικοινωνία του αριστερού με το δεξιό λοβό του εγκεφάλου. Σε ασθενείς που μετά από ατύχημα ή χειρουργική επέμβαση σταμάτησε να λειτουργεί αυτή η δομή, παρατηρήθηκαν περίεργες συμπεριφορές που έδειχναν ότι οι άνθρωποι αυτοί λειτουργούσαν με δυο διαφορετικούς εγκεφάλους.


Για παράδειγμα, όταν παρουσιάστηκε σε έναν άνδρα η εικόνα μιας γυμνής γυναίκας στο δεξί του οπτικό πεδίο (αριστερό ημισφαίριο) χαμογέλασε και σχολίασε την εικόνα κάνοντας χιούμορ. Όταν του παρουσιάστηκε η ίδια εικόνα στο αριστερό οπτικό πεδίο (δεξί ημισφαίριο) ένιωσε αμηχανία και κοκκίνισε. Σε ερώτηση του τί είδε τη δεύτερη φορά, δεν ήξερε να απαντήσει. Άλλο παράδειγμα, που παρουσιάστηκε σε επιστημονικό συνέδριο , «…ήταν η σκηνή ενός χιονισμένου τοπίου που παρουσιάστηκε στο δεξί ημισφαίριο, και το αριστερό το πόδι ενός κόκορα. Κατόπιν εμφάνισαν μια σειρά από κάρτες από τις οποίες οι ασθενείς έπρεπε να επιλέξουν όποια θεωρούσαν ότι ταίριαζε περισσότερο με την αρχική σκηνή. Οι επιλογές γίνονταν με το χέρι και όχι λεκτικά, έτσι ώστε τα δύο ημισφαίρια να είναι ισοδύναμα. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα λοιπόν ο ασθενής επέλεξε (με το χέρι του) το κεφάλι του κόκορα ως το πιο ταιριαστό για το πόδι, και το φτυάρι ως το πιο ταιριαστό για το χιόνι. Όταν του ζήτησαν να δικαιολογήσει τις επιλογές αυτός απάντησε: μα είναι προφανές, ο κόκορας πάει με το πόδι του και το φτυάρι είναι για να καθαρίσεις το κοτέτσι. Μ’ άλλα λόγια, το δεξί ημισφαίριο που έχει επεξεργαστεί το χιονισμένο τοπίο, αλλά δεν το έχει δει συνειδητά, κάνει την σωστή εξωλεκτική επιλογή: επιλέγει σωστά το φτυάρι που ανοίγει το δρόμο προς το σπίτι. Όχι για να καθαρίσει το κοτέτσι, γιατί δεν έχει δει τίποτα το σχετικό: η πληροφορία που θα παρέπεμπε σε κοτέτσι δεν υπάρχει στο δεξί ημισφαίριο. Όταν όμως χρειαστεί να δικαιολογήσει την ‘ελεύθερη’ επιλογή του (δεν του υπέδειξε κανείς ποια από τις κάρτες να διαλέξει), τότε δίνει μια αληθοφανή, πλην όμως a posteriori, κατόπιν εορτής, εξήγηση. Μ’ άλλα λόγια η αιτιοκρατία της συμπεριφοράς σ’ αυτήν τουλάχιστον την περίπτωση φαίνεται να είναι ασυνείδητη: η οπτική πληροφορία (του χιονιού) πέρασε, επεξεργάστηκε, έγινε ‘αντιληπτή’ ασυνείδητα, οδήγησε στην ‘σωστή’ συμπεριφορά: την επιλογή του φτυαριού, επίσης ασυνείδητη. Όταν ζητείται εξήγηση, τότε η όλη διαδικασία περνά στην σφαίρα του συνειδητού και η ανάγκη ερμηνείας ‘παράγει’ μια εξήγηση που να ταιριάζει με τις πληροφορίες τις οποίες το αριστερό ομιλούν ημισφαίριο έχει στη διάθεσή του: κόκορας, άρα κοτέτσι. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι με τέτοια πειράματα διαχωρίζεται η συνειδητή, (και στην προκειμένη περίπτωση επίπλαστη) αιτία για την συμπεριφορά, από την ασυνείδητη και πραγματική αιτία. Και φαίνεται πως η συνειδητή (λεκτικά εκφραζόμενη) αιτία για την συγκεκριμένη συμπεριφορά (την επιλογή του φτυαριού) έπεται της συμπεριφοράς».


Συχνά, ο ορθολογικός τρόπος σκέψης μας «τοποθετείται» ότι πηγάζει από το αριστερό ημισφαίριο, ενώ ο διαισθητικός – καλλιτεχνικός τρόπος σκέψης από το δεξί. Λόγω, μάλιστα της ανικανότητας του δεξιού ημισφαιρίου να επικοινωνήσει με το λόγο, συχνά θεωρείται ως η υπεύθυνη εγκεφαλική δομή όπου στοχεύει ο υπνωτισμός.


Εξαιρετικοί επιστήμονες όπως ο Paul Watzlawick ή ο Milton Erickson επιχείρησαν και πέτυχαν πολύ καλά θεραπευτικά αποτελέσματα σε ψυχικά πάσχοντες, χρησιμοποιώντας τον θεραπευτικό υπνωτισμό (δηλαδή τρόπους επικοινωνίας που καταλαβαίνει το μη – ορθολογικό μέρος της αντίληψης μας). Σε δημοσίευμα του Focus διαβάζουμε σχετικά «…στόχος της ύπνωσης είναι να προσεγγίσει το ασυνείδητο του ατόμου, όπου συγκεντρώνονται οι εμπειρίες και οι πληροφορίες που λαμβάνει στη διάρκεια της ζωής του (τις οποίες συχνά δε συνειδητοποιεί). Οι μελετητές τοποθετούν συμβατικά το υποσυνείδητο στο δεξιό ημισφαίριο του εγκέφαλου. Κατά τη διάρκεια της ύπνωσης ο θεραπευτής μιλά στη δεξιά πλευρά, η οποία θεωρείται ότι συνδέεται κατευθείαν με το υποθαλάμιο σύστημα, τη γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ εγκέφαλου και σώματος. Πράγματι ο υποθάλαμος συνδέεται με την υπόφυση, που μετατρέπει τα νευρικά ερεθίσματα σε ορμονικά μηνύματα. Ακριβώς γι’ αυτό η ύπνωση μπορεί να «ενθαρρύνει» τους μηχανισμούς της αυτοΐασης και να ενεργοποιήσει πόρους τους οποίους αγνοούμε. «Είναι πολύ σημαντικό», έλεγε ο Έρικσον, «τα άτομα να γνωρίζουν ότι το ασυνείδητό τους είναι πολύ πιο έξυπνο από αυτούς».


Ο ίδιος ο Έρικσον καλούσε τους μαθητές του να δίνουν διέξοδο στη φαντασία τους, εμπνεόμενοι από το εκάστοτε άτομο. Η «ύπνωση χωρίς έκσταση» είναι μια πειστική γλώσσα που ξεπερνά τις λογικο-κριτικές ικανότητες. Αυτός ο τρόπος επικοινωνίας λέγεται επίσης «γλώσσα του δεξιού ημισφαιρίου» και χρησιμοποιεί ευρέως εικόνες, μεταφορές, αφορισμούς, παιχνίδια λέξεων, ειρωνικά χτυπήματα και θετικά σχήματα λόγου (για το δεξιό ημισφαίριο δεν υπάρχει η άρνηση.. Οι ίδιες στρατηγικές επικοινωνίας χρησιμοποιούνται επίσης από καλούς ομιλητές αλλά και ικανούς πωλητές».


Το δεξί μας ημισφαίριο συνήθως αντιλαμβάνεται το συναισθηματικό τόνο και προσλαμβάνει τις λέξεις και τις φράσεις αυτούσιες, χωρίς να έχει την ικανότητα περαιτέρω επεξεργασίας. Για παράδειγμα, η μητέρα που φωνάζει εξαγριωμένη στο παιδί της «πρόσεξε, θα κρυώσεις», δίνει ένα σαφές μήνυμα στο δεξί ημισφαίριο του παιδιού που του λέει «θα κρυώσεις». Όσο πιο ανίκανο είναι το παιδί να επεξεργαστεί αυτό το μήνυμα, τόσο θα καταλήξει να πιστεύει α) ότι η μητέρα του θέλει να κρυώσει, και β) ότι αυτός για να είναι «καλό» παιδί θα πρέπει να κρυώσει.


Φαίνεται παράλογο, αλλά προφανώς με αυτόν τον τρόπο λειτουργεί η διαισθητική σκέψη του δεξιού ημισφαιρίου. Για το λόγο αυτόν ο Έρικσον απέφευγε το μήνυμα «μη φοβάσαι» (φοβούμενος το αντίθετο αποτέλεσμα) και προτιμούσε μηνύματα του τύπου «κάνε κουράγιο».


Για να μη χαλάσουν τη διάθεση των ακροατών τους ώστε να πετύχουν εύκολα το στόχο τους, οι καλοί πωλητές αποφεύγουν να χρησιμοποιήσουν αρνητικές φράσεις (ειδικά το «όχι»), και οι πολιτικοί όταν ρωτιούνται για κάτι που δεν έκαναν (π.χ. ένα έργο που είχαν υποσχεθεί) δεν απαντούν ποτέ απολογούμενοι, αλλά επισημαίνουν όλα τα πολλά έργα που έκαναν. Αν στο τέλος της ομιλίας – παρουσίασης έχει επιτευχθεί το καλό συγκινησιακό κλίμα ο σκοπός επιτεύχθηκε. Οι περισσότεροι πελάτες – ψηφοφόροι θα φύγουν ευχαριστημένοι και θα σταματήσουν να σκέφτονται ορθολογικά και με κριτική σκέψη.


Βάσει των ανωτέρω, η απάντηση στο γιατί οι σημερινές τιμές των προϊόντων – υπηρεσιών είναι τόσο υψηλές (και γιατί ο Σμιθ και οι μετέπειτα οικονομολόγοι έκαναν «λάθος»), η απάντηση είναι διότι στην ορθολογικότητα του αριστερού μας ημισφαιρίου, παρεμβάλλεται η ανορθολογικότητα – διασθητικότητα του δεξιού ημισφαιρίου. Έτσι είμαστε ευάλωτοι και ακολουθούμε πιστά, ανεξάρτητα από την κριτική μας σκέψη, τριών ειδών «επιρροές»:


α) την επιρροή των δικών μας προσώπων, και προσώπων που για μας έχουν κύρος,


β) τη διαφήμιση,


γ) το ισχύον οικονομικό σύστημα και τον αναπόφευκτο δανεισμό.






Α) Η επιρροή των σημαντικών προσώπων






Για τον τρόπο που η κοινωνία αναπαρίσταται στον εσωτερικό μας κόσμο και επιτυγχάνει έτσι να συγκροτεί σε συνοχή κοινωνικές ομάδες, θεσμούς, παραδόσεις και αξίες, έχουν μιλήσει ήδη πολλοί συγγραφείς και φιλόσοφοι κυρίως από τη γαλλική σκέψη. Ο έλληνας Καστοριάδης, ο Φουκώ, ο Λακάν, πολλά φιλοσοφικά συστήματα του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, γλωσσολόγοι, λογοτέχνες, σκηνοθέτες, ποιητές, κοινωνικοί ανθρωπολόγοι, έχουν αναλύσει εις βάθος την κοινωνική πραγματικότητα που δομείται και συντηρείται στο φαντασιωσικό – μη ορθολογικό (δεξί ημισφαίριο) μέρος της ύπαρξης μας διατηρώντας έτσι την κοινωνική συνοχή και την κοινωνική ειρήνη.


Μέρος αυτής της φαντασιωσικής θέσμισης της κοινωνίας είναι η αξιακή ιεράρχηση, δηλαδή η κατάταξη των διαφόρων κοινωνικών φαινομένων σε σημαντικά και ασήμαντα. Παρά το γεγονός ότι η κατάταξη σε ιεραρχίες και αξίες επιτελείται κυρίως από το αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου, η αρχική πρόσληψη των μηνυμάτων, η αξιολόγηση της σημαντικότητας και τελικά η σύνδεση του με νόημα και αξία φέρεται να επιτελείται αρχικά στο δεξιό ημισφαίριο. Αυτό, λόγω της υπερευαισθησίας του στην αντίληψη της μη – λεκτικής επικοινωνίας (ύψος και τόνος φωνής, κινήσεις του προσώπου και του σώματος, αντίληψη των συναισθημάτων και της συνολικής κατάστασης του άλλου προσώπου) αποφασίζει, σχεδόν πάντα χωρίς ορθολογικά κριτήρια, τι είναι σημαντικό να απομνημονευτεί και τι όχι. Σε συνεργασία με το μεταιχμιακό σύστημα, που το πληροφορεί για το κάθε ερέθισμα αν είναι καλό (προκαλεί ευχαρίστηση) ή κακό (προκαλεί πόνο), φτιάχνει σενάρια και ιστορίες, παρόμοιες με αυτές των ονείρων, και δένει σε μία κατανοητή αφήγηση το σύνολο των δεδομένων. Αφού καταλήξει σε αυτήν την εκδοχή ερμηνείας της πραγματικότητας τείνει, αν δεν υπάρξει σημαντική διάψευση, να ερμηνεύει με το ίδιο τρόπο τα επόμενα ερεθίσματα και να επηρεάζει δυναμικά τη συνολική σκέψη, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά ενός ατόμου, με τρόπο που θα τον αποκαλούσαμε «ασυνείδητο».


Όσο πιο ανώριμο είναι το γνωστικό σύστημα ενός ανθρώπου, τόσο και πιο ευφάνταστα σενάρια είναι πιθανόν να δεχτεί ως πραγματικά. Για το λόγο αυτό, όλες οι πεποιθήσεις μιας κοινωνίας παρουσιάζονται πολύ νωρίς στην εξέλιξη ενός παιδιού, ώστε να έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να γίνουν πιστευτές.


Ως γνωστό, τα παιδιά είναι προγραμματισμένα να πιστεύουν τους ενήλικες. Έτσι, μεγάλες ποσότητες πληροφορίας περνούν γρήγορα διαμέσου των γενεών. Αν για παράδειγμα, ο γονιός φωνάξει στο παιδί του να σταματήσει και αυτό δεν τον ακούσει και συνεχίσει να περπατάει, θα μπορούσε να τραυματιστεί θανάσιμα σε ένα πολυσύχναστο δρόμο, να πέσει σε γκρεμό ή να πλησιάσει έναν επικίνδυνο σκύλο. Για λόγους επιβίωσης, τα παιδιά είναι προγραμματισμένα να αποδέχονται όποιες εντολές παίρνουν από τους μεγάλους.


Τότε είναι και η κατάλληλη ηλικία για να «εμποτιστούν» με τις κοινωνικές αξίες και ηθικούς νόμους ώστε να διατηρηθεί η συνοχή της κοινωνικής ομάδας στην οποία είναι μέλη. Έτσι, σε μικρή ηλικία είναι που τα χριστιανόπουλα βαφτίζονται, τα εβραιόπουλα υφίστανται περιτομή και τα κορίτσια της Αφρικής κλειτοριδεκτομή. Αν ρίσκαραν οι μεγάλοι να τα αφήσουν να μεγαλώσουν πρώτα, είναι ζήτημα αν θα δεχόταν τα ίδια παιδιά ως έφηβοι ή ενήλικες να συμμετάσχουνε σε τέτοιου είδους τελετές.


Με αυτόν τον τρόπο μαθαίνει ένας μικρός ότι είναι Ολυμπιακός ή ΠΑΟΚ, ότι είναι χριστιανός ή μανδαρίνος, ότι οι εκτός συνόρων είναι εχθροί, ότι ως Ινδός ανήκει σε μία κάστα και σε αυτήν θα ανήκει για πάντα, και ότι ως γυναίκα μουσουλμάνα είναι κατώτερη από τον άνδρα. Τα σενάρια που χτίζονται από το δεξί ημισφαίριο σε αυτές τις ηλικίες έχουν πολύ δυνατή επιρροή σε όλη τη μετέπειτα ζωή του ατόμου, ακόμη και μετά την ωρίμανση της ορθολογικής σκέψης.


Σε αυτήν την εποχή χτίζεται και το αξιακό σύστημα των ανθρώπων. Όταν ένα παιδί λέει «ότι φέτος το καλοκαίρι έφαγα 20 παγωτά» σημαίνει ότι «είμαι πιο σπουδαίος από εσένα που έφαγες λιγότερα». Κατά τον ίδιο τρόπο, όταν λέει ότι «φέτος πήγαμε διακοπές στο εξοχικό μας με το τζιπ μας» εννοεί ότι «δεν είμαι σαν και εσένα που η οικογένεια σου δεν έχει ούτε τζιπ, ούτε εξοχικό».


Με τον ίδιο τρόπο συμπεριφέρονται και οι μεγάλοι. Θεωρώντας ότι κάποια προϊόντα, αποκτήματα, διασκεδάσεις είναι ανώτερα από τα άλλα, περηφανεύονται όταν τα κατέχουν ή μπορούν να τα απολαύσουν, και φυσικά στεναχωριούνται στην αντίθετη περίπτωση. Έτσι, είναι πολύ «καλύτερο» να έχει κανείς σπίτι στο Κολωνάκι ή στα Βόρεια Προάστια των Αθηνών, στο Πανόραμα της Θεσσαλονίκης ή στο κέντρο του Λονδίνου, από το να μένει στη Δραπετσώνα, στο Δενδροπόταμο, ή στα Πομακοχώρια. Επίσης είναι «καλύτερο» να εξιστορεί τις διακοπές του στη Μύκονο, τη Σαντορίνη και τη Μαγιόρκα, από το να μην έχει μπορέσει να κάνει διακοπές ή το να πήγε στην Άνω Παναγιά στο χωριό του πατέρα του.


Αυτή η αξιακή κατάταξη της κοινωνίας, στις περισσότερες περιπτώσεις έχει επιπτώσεις και στην πραγματική απόδοση αξίας σε χρήματα. Έτσι, ένα σπίτι στο Κολωνάκι, ένα βράδυ διασκέδασης στη Μύκονο ή το ενοίκιο μιας Ferrari για μία εβδομάδα, θα κοστίσουνε πολλαπλάσια από το διαμέρισμα στα Λιόσια, τη διασκέδαση στη ταβέρνα του μπαρμπα – Θόδωρου, και το ενοίκιο μιας σακαράκας. Και αυτή η διαφορά τιμής θα συνεχίσει, όσο θα διαιωνίζεται η φήμη ότι τα μεν είναι «καλύτερα» από τα δε.


Ο επιχειρηματικός κόσμος έχοντας κατανοήσει σε βάθος την εν λόγω κατάσταση, επιδιώκει με κάθε δυνατό τρόπο να δημιουργήσει φήμη και μύθους γύρω από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσφέρει.


Έτσι δημιουργήθηκε ο εντελώς αβάσιμος μύθος ότι τα πούρα Αβάνας τα έτριβαν οι Κουβανές εργάτριες στα πόδια τους!… , η Βενετία είναι η πόλη των ερωτευμένων, το Παρίσι των ποιητών, τα λεπτά τσιγάρα και τα μικρά αυτοκίνητα τα χρησιμοποιούν μόνο γυναίκες, η Μύκονος είναι μέρος για τρέλες, οι άντρες πίνουν Amstel και οι γυναίκες Heineken (τις παράγει η ίδια εταιρία)…


Επίσης, προκειμένου να δημιουργήσει μύθους ή καταστάσεις που θα διαδίδονται στόμα με στόμα (όπως οι ίδιοι επιχειρηματίες παραδέχονται είναι η καλύτερη διαφήμιση), στήνουν ροζ ιστορίες, «σκάνδαλα» ή επιστρατεύουν διασημότητες. Πρόσφατο παράδειγμα, η επίσκεψη, που προβλήθηκε παγκοσμίως, της Τζένιφερ Λοπέζ στα Κατεχόμενα της Κύπρου προκειμένου να τονωθεί η τουριστική κίνηση.


Το βέβαιο είναι ότι όταν μία κατάσταση, ένα προϊόν ή μια υπηρεσία αρχίζει να συζητιέται και να επιβιώνει αυτή η συζήτηση στο χρόνο, η χρηματική του αξία μεγαλώνει και σε κάθε περίπτωση ξεφεύγει από τη «φυσική» της τιμή, όπως την όρισε ο Άνταμ Σμιθ.






Β) Διαφήμιση






Σε εκπληκτικό άρθρο αγνώστου συγγραφέα που δημοσιεύτηκε σε γαλλικό blog αποκαλύπτεται με ξεκάθαρο τρόπο ο ύπουλος τρόπος δράσης της διαφήμισης, ο «δούρειος ίππος» με τον οποίο εξαπατά τον ορθολογισμό και την κριτική ικανότητα των θυμάτων – καταναλωτών, και επιτυγχάνει τη δημιουργία αξιών, προτύπων, θέλησης για κατανάλωση και τελικά την επιβίωση και αναγέννηση του ίδιου του συστήματος.


«Η επιθυμία αγοράς γεννιέται από μία ανάγκη. Αν αγοράζουμε όμως μόνο ό,τι έχουμε ανάγκη, καταναλώνουμε λίγο. Γι' αυτό λοιπόν πρέπει να δημιουργηθούν νέες επιθυμίες, έτσι ώστε να γεννηθούν νέες ανάγκες.


Επιθυμία σημαίνει έλλειψη: Χρειάζομαι ένα προϊόν, δεν είμαι ισορροπημένος αν δεν το έχω. Το αγοράζω για να βρω την ισορροπία μου. Στόχος της διαφήμισης είναι η δημιουργία στέρησης, ώστε να προσφερθεί η λύση: η αγορά ενός προϊόντος. Για να δημιουργηθεί η στέρηση πρώτα απ’ όλα πρέπει να ξυπνήσει στον καταναλωτή μία από τις βαθύτερες επιθυμίες - η ισχύς – και ό,τι συνδέεται με αυτήν: ανωτερότητα, ηδονή, ομορφιά… Στη συνέχεια πρέπει ο καταναλωτής να πιστέψει ότι το προϊόν θα τον οδηγήσει στον παράδεισο. Για να ικανοποιηθεί εν μέρει η επιθυμία, χρειάζεται το προϊόν να προσφέρει κάποια ανακούφιση. Για να ανανεωθεί όμως η επιθυμία κατανάλωσης, πρέπει ταυτόχρονα να δημιουργείται ένα νέο αίσθημα στέρησης. Κάτι που είναι απλούστατο, διότι ακόμη κι όταν κατέχουμε ένα σύμβολο ισχύος, το μάρκετινγκ θα μας πείσει ότι υπάρχει ένα νέο, πιο αποτελεσματικό προϊόν που θα μας δώσει περισσότερη ισχύ κοκ.


Για να κοιμίσει το κριτικό πνεύμα μας, η διαφήμιση χρησιμοποιεί διάφορες τεχνικές. Όσο πιο μορφωμένο είναι το κοινό, τόσο περισσότερο η διαφήμιση στοχεύει το ασυνείδητο!






Μίμηση ρεαλισμού


Σοβαρότητα, αντικειμενικότητα, φαινομενικά λογική επιχειρηματολογία. Φωνή εκφωνητή που αποπνέει ηρεμία και αυτοπεποίθηση.






Χειραγώγηση των αισθήσεων


Μουσική, χρώματα, αύξηση της έντασης του ήχου, κάτι σαν τον υπνωτισμό.






Προσεκτική χρήση λέξεων


Μερικές λέξεις εκμαιεύουν υποσυνείδητα τη συναίνεσή μας: ελευθερία, δικαιοσύνη, ευτυχία... Άλλες την αποστροφή μας: πόλεμος, φασισμός… Άλλες μας καθησυχάζουν: επιστήμη, εμπειρία…






Δημαγωγία


Μια διαφήμιση δεν πρέπει να είναι πολύπλοκη ούτε αντίθετη με τις πεποιθήσεις της πλειοψηφίας.






Δημιουργία ταύτισης


"Είμαι σαν κι εσάς, κάντε λοιπόν ό,τι κάνω κι εγώ: αγοράστε αυτό το προϊόν". Οι καταναλωτές πρέπει να ταυτίζονται. Βέβαια το σενάριο δεν πρέπει να είναι απόλυτα ρεαλιστικό: πρέπει να καθησυχάζει τον καταναλωτή υπενθυμίζοντάς του μεν διακριτικά ότι ανήκει σε μία ομάδα, αλλά και ταυτόχρονα να του υπόσχεται τρόπους για να ξεπεράσει την ομάδα αυτή και να ανέλθει κοινωνικά.






Επανάληψη


…ώστε να μάς εντυπωθεί το μήνυμα.






Ενσωμάτωση


Μελωδίες, πίνακες ζωγραφικής, ο Τσε Γκεβάρα: Οι καλλιτεχνικές και πολιτικές αξίες υποβιβάζονται για να αναδειχθεί το προϊόν.


Όσο πιο συντηρητική είναι η διαφήμιση, τόσο πιο επαναστατική ακούγεται.






Χιούμορ


Η διαφήμιση διασκεδάζει για να εκμαιεύσει τη συμπάθειά μας. Το νόημα είναι ότι οι διαφημίσεις προσφέρουν τζάμπα γέλιο. Ακόμη κι αν γελάει κανείς μόνος του νοητά ανήκει στην ευρύτερη ομάδα όσων διασκεδάζουν.






Αυτοκριτική


Η διαφήμιση συχνά αυτοπαρωδείται: είναι τόσο ισχυρή ώστε δεν την ενοχλεί να γελάνε μαζί της!






Ερωτισμός


Οι υπεύθυνοι σοβαρών πορνογραφικών περιοδικών είναι διαφωτιστικοί: «Στα περιοδικά όπως το Playboy, η ομορφιά και η πολυτέλεια προσφέρονται ταυτοχρόνως απλόχερα και συγκρατημένα. Οι ορμές που γεννούν κατευθύνονται προς τα προϊόντα που διαφημίζονται στο περιοδικό. Το αντικείμενο του πόθου γίνεται πόθος για το αντικείμενο».


Τα υποσυνείδητα ερωτικά σύμβολα


Παγωτό που τρώγεται στο κρεβάτι, αυτοκίνητο που το χαϊδεύουν γυναικεία χέρια: Τα προϊόντα προσφέρουν συμβολικά αυτό που θέλουν οι άνθρωποι.


Ο αντίκτυπος στην προσωπική μας ζωή


Η πανταχού παρουσία διαφημίσεων που απευθύνονται στη λίμπιντο μάς διατηρεί σε μία κατάσταση διαρκούς συναισθηματικής και σεξουαλικής στέρησης, προσδίδοντας στο σεξ χαρακτήρα έμμονης ιδέας.


o Ο σεξουαλικός σύντροφος γίνεται αντικείμενο προς κατανάλωση, όπως και τα προϊόντα των διαφημίσεων.


o Στη συνέχεια επέρχεται η απογοήτευση: ο άλλος αποδεικνύεται ότι δεν είναι το τέλειο προϊόν που νομίζαμε.


o Ευτυχώς όμως, υπάρχουν νέοι ερωτικοί σύντροφοι, όπως υπάρχουν νέα, βελτιωμένα προϊόντα. Πρέπει κανείς να δοκιμάζει, να συγκρίνει και να αλλάζει αν χρειαστεί.


Σε συνέντευξη της η Λορέλα Ζανάρντο, κινηματογραφίστρια, σχετικά με το ντοκιμαντέρ της για την χρησιμοποίηση των γυναικών στη διαφήμιση αναφέρει «…γυναίκες αντικείμενα, διαθέσιμες για κάθε εξευτελισμό για χάρη των σεξιστικών διαθέσεων μιας ανδροκρατούμενης μικροαστικής κοινωνίας. Κι ένα κοινό που καταναλώνει την porca miseria της μικρής οθόνης αδιαμαρτύρητα. Που «διδάσκεται» δια της επαναλήψεως πόσο χαμηλά πρέπει να πέσουν οι γυναίκες για να αρέσουν στους άντρες και τι πρέπει οι άντρες να λατρεύουν στις γυναίκες: χυμώδεις καμπύλες, ερωτική παθητικότητα, βλακεία. Θα μείνει για πάντα χαραγμένη μέσα μου και πάντα θα με σοκάρει: είναι η εικόνα μιας νεαρής κοπέλας που κρέμεται σαν ένα κομμάτι ζαμπόν σ' ένα κελάρι, ενώ δεκάδες άλλα αληθινά κομμάτια ζαμπόν είναι κρεμασμένα γύρω της. Στη συνέχεια, ένας άντρας βάζει μια στάμπα στα οπίσθιά της. Αυτά τα προγράμματα μοιάζουν με ναρκωτικό. Και όταν εθίζεσαι σ' αυτά, δεν το συνειδητοποιείς. Στην αρχή, αλλά και πιο μετά, κανείς δεν καταλαβαίνει ότι γίνεται παθητικός δέκτης. Είναι φυσικό να συμβεί κάτι τέτοιο όταν σπαταλάς 3-4 ώρες καθημερινά κοιτώντας μια οθόνη γεμάτη λαμπερά στερεότυπα. Και όταν είσαι εξαρτημένος, θες ακόμα περισσότερες τηλεοπτικές ουσίες. Η δυσκολία που έχουμε στην Ιταλία αυτήν τη στιγμή είναι ότι ένα μικρό μόνο ποσοστό του πληθυσμού έχει καταλάβει πόσο επικίνδυνο είναι το φαινόμενο αυτό για την κοινωνία μας. Στατιστικά στοιχεία μάς δείχνουν ότι 80% των Ιταλών που παρακολουθούν τηλεόραση τη χρησιμοποιούν ως το αποκλειστικό μέσο ενημέρωσής τους. Το 60% τον κοινού αυτού είναι γυναίκες. Και 80% των γυναικών που βγαίνουν στις οθόνες παρουσιάζονται είτε ως σεξουαλικά αντικείμενα είτε ως μέρος της διακόσμησης του στούντιο. Και το θλιβερό είναι ότι πολλά νέα κορίτσια που έχουν γαλουχηθεί μ' αυτήν την τηλεόραση ονειρεύονται να γίνουν μια μέρα αστραφτερά σόου γκερλ... Ένας σημαντικός λόγος που οι Ιταλίδες δεν αντέδρασαν δυναμικότερα πιο νωρίς είναι το γεγονός ότι εργάζονται κατά μέσον όρο δύο ώρες παραπάνω από άλλες Ευρωπαίες σε χώρες όπως η Αγγλία και η Νορβηγία. Όπως μου είπε και μια φίλη μου, «αν έχεις να σιδερώσεις μέχρι τις 11 το βράδυ, δεν έχεις καιρό να παλέψεις για τα δικαιώματά σου...». Επί πλέον, στις νότιες ευρωπαϊκές χώρες σαν την Ελλάδα και την Ιταλία, έχει πολύ μεγάλη σημασία για τις γυναίκες η αποδοχή τους από τους άντρες. Πολλές γυναίκες φοβούνται ότι αν εξεγερθούν και αρχίσουν να λένε «δεν μ' αρέσει να εξευτελίζομαι», θα χάσουν την έγκριση των αντρών. Όπως είχε προβλέψει ο Παζολίνι, «η τηλεόραση σκοτώνει την ποίηση του ανθρώπινου προσώπου». Στο ντοκιμαντέρ μου χρησιμοποιώ εικόνες τόσο της Μανιάνι όσο και της Μαρίας Κάλλας, γιατί ήταν πρότυπα, αρχέτυπα δυνατών γυναικείων προσώπων και προσωπικοτήτων Η παρουσία των πραγματικών γυναικείων προσώπων στην τηλεόραση είναι σημαντική για την κοινωνία μας, γιατί τα πρόσωπα αυτά δίνουν στους νέους την εντύπωση μιας ιστορικής συνέχειας. Δεν είμαι ενάντια στις πλαστικές εγχειρήσεις».






Ψευδαίσθηση ελευθερίας: προϋπόθεση χειραγώγησης


Εξ ορισμού η χειραγώγηση πρέπει να είναι αόρατη. Πρώτο μέλημα λοιπόν είναι να δίδεται η εντύπωση στο συνομιλητή ότι είναι ελεύθερος.


"Γίνε ο εαυτός σου". Η ρητορική περί ελευθερίας είναι ο βασικός άξονας της διαφήμισης. Συνδέεται με τη νεοφιλελεύθερη σκέψη η οποία θεωρεί ότι η ατομική βούληση διαμορφώνει - αποκλειστικά αυτή - τη μοίρα του ανθρώπου. "Ασκείτε κριτική στη διαφήμιση; Άρα είστε κατά της ελευθερίας. Αφήστε τους ανθρώπους ελεύθερους να επιλέξουν ό,τι θέλουν".






Πρώτος στόχος: τα παιδιά






1. Καταστροφή του κριτικού πνεύματος


Πώς μπορούν τα παιδιά να διακρίνουν την πραγματικότητα από τη φαντασία, τον εμπορικό λόγο από την αλήθεια; Η διαφήμιση εθίζει τα παιδιά στην αντίληψη χωρίς λογικό ειρμό, ο ρυθμός των διαφημιστικών σποτ καταστρέφει την ικανότητα συγκέντρωσης. Από μικρό το παιδί μαθαίνει να συμπεριφέρεται παθητικά.


2. Παιδικός ναρκισσισμός


Με τις διαφημίσεις το παιδί μαθαίνει ότι είναι παντοδύναμο και ότι έχει τη δυνατότητα να εκπληρώσει όλες τις (καταναλωτικές) επιθυμίες του. Ταυτόχρονα "καταναλώνει" τη γλυκερή εικόνα του μικρού τυράννου που ορίζει η διαφήμιση. Γιατί να εγκαταλείψει το ναρκισσισμό αυτό. Όταν ενηλικιωθεί θα γίνει ένα μεγάλο παιδί που θα καταναλώνει παιχνίδια μεγάλων (αυτοκίνητα, καλλυντικά). Η διαφήμιση εξυμνεί την παιδικότητα και απαξιώνει την ωριμότητα και την ενηλικίωση. Βέβαια υπεύθυνη γι’ αυτό δεν είναι μόνο η διαφήμιση: η υπερκατανάλωση τηλεόρασης, η μόδα και ο,τιδήποτε κολακεύει το μιμητισμό των παιδιών συνδυάζεται αρμονικά με τη φιλοσοφία της διαφήμισης.


Σύμφωνα με ανάρτηση στο blog χαμομηλάκι … «τα μικρά παιδιά, σήμερα, κυριολεκτικά, “μεγαλώνουν με την τηλεόραση”. Η «ηλεκτρονική μπέιμπυ σίτερ» του 21ου αιώνα παρουσιάζει, στα παιδιά, μια πληθώρα προϊόντων, για να καταναλώσουν.


Η διαφήμιση και οι τεχνικές της, σκοπό έχουν την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών. Όμως, πολλές φορές, οι τεχνικές, που χρησιμοποιούνται, είναι εκτός «θεμιτών» ορίων.


Πραγματική επίθεση, με διαφημιστικά μηνύματα, γίνεται, στα παιδιά, κατά τις περιόδους των διακοπών. Τα ζωηρά χρώματα και τα ευτυχισμένα πρόσωπα, που εμφανίζονται, στις διαφημίσεις, προσελκύουν τα παιδιά, ακόμα κι αν τα διαφημιζόμενα προϊόντα είναι πολύ ακριβά, ανθυγιεινά και δεν ταιριάζουν, στην ηλικία τους.


Η επίθεση στα παιδιά, γίνεται επειδή τα παιδιά είναι “Καταναλωτές 3 σε 1″:


Διαθέτουν χαρτζιλίκι, άρα καταναλώνουν.


Επηρεάζουν τις αποφάσεις της οικογένειας, για τις αγορές.


Είναι οι μελλοντικοί Καταναλωτές.


Μέχρι πρόσφατα, οι περισσότερες διαφημίσεις, που απευθύνονταν, σε παιδιά, αφορούσαν, όπως είναι φυσικό, παιχνίδια. Σήμερα, παρατηρείται μια στροφή της παιδικής διαφήμισης, σε τρόφιμα. Και μάλιστα τρόφιμα, με υψηλά ποσοστά ζάχαρης, άλατος και λιπαρών. Δηλαδή, “σκουπιδοτρόφιμα”, όπως πατατάκια, γαριδάκια, αναψυκτικά κ.λπ., τα οποία ευθύνονται, σημαντικά, και για την τρομακτική έκρηξη της παχυσαρκίας, στα Ελληνόπουλα.






3. Γιατί η διαφήμιση είναι επιβλαβής για τα παιδιά:


Υποδεικνύει λανθασμένες αξίες: δίνει έμφαση, σε τρόπους ζωής, που βασίζονται, στη στιγμιαία ευχαρίστηση και διαβρώνει την αληθινή αξία της προσπάθειας, της πειθαρχίας, του ενδιαφέροντος και της υπευθυνότητας.


Ενθαρρύνει τον παράλογο τρόπο σκέψης: όταν βλέπουμε, καθημερινά, το παράλογο, απορρίπτουμε την ορθολογική, κριτική σκέψη.


Προτρέπει στην επιπολαιότητα: ενθαρρύνει τις εγωιστικές τάσεις, ενδυναμώνοντας την επιθυμία, για απόκτηση περισσότερων πραγμάτων.


Παρουσιάζει μια εσφαλμένη εικόνα των προσωπικών σχέσεων: Η εκμετάλλευση τόσο του γυναικείου όσο και του αντρικού σώματος, στις διαφημίσεις, συμβάλλει, στην αυξανόμενη αποτυχία των προσωπικών σχέσεων. Δείχνοντας π.χ. ότι η αγάπη εξαρτάται από κάποιο προϊόν (αποσμητικό, σαπούνι, οδοντόκρεμα κτλ) οδηγεί, στην επικίνδυνη απλοποίηση των σύνθετων διαπροσωπικών σχέσεων.


Τα παιδιά δεν αποτελούν ένα ώριμο τμήμα της αγοράς. Είναι οι πιο άπειροι, από όλους τους Καταναλωτές, διαθέτουν ελάχιστα, ζητούν περισσότερα. Είναι οι πιο κατάλληλοι, για να επηρεασθούν. Άρα, τα παιδιά θα πρέπει να αναγνωρισθούν, ως ειδική κατηγορία ανθρώπων με δικαιώματα, και όχι ως μικροί ενήλικοι».






Πολιτικός αντίκτυπος της διαφήμισης






1. Παθητικότητα


Η διαφήμιση μας μιλά, μας συμβουλεύει, μας διατάζει. Εμείς όμως δεν μπορούμε να απαντήσουμε. Συνηθίζουμε έτσι να μας υπαγορεύουν συμπεριφορές.


2. Ενίσχυση της ιεραρχίας


Καθημερινά το μήνυμα που λαμβάνουμε είναι: όσα περισσότερα κατέχεις, τόσο ανεβαίνει κοινωνικά. Με τα προϊόντα αποκτούμε κοινωνική υπεροχή! Φαινομενικά η διαφήμιση λειτουργεί κατά της ιεραρχίας, αφού μας προτρέπει να την υπερπηδήσουμε. Στην πραγματικότητα μας κάνει να την αποδεχόμαστε ευκολότερα: όποιος τρέχει προσπαθώντας να ανέβει, δεν έχει την πολυτέλεια να αμφισβητήσει τους κανόνες του παιχνιδιού. Αν υποδαυλίζεις σε κάποιον την επιθυμία να ανέβει κοινωνικά, υποσυνείδητα τον κάνεις να ντρέπεται για την κοινωνική του θέση. Η μόνη διέξοδος που του απομένει είναι να βρει κάποιον υποδεέστερο: Η φιλοδοξία είναι υποσυνείδητα περιφρόνηση του κατώτερου! Ο μηχανισμός αυτός είναι ιδιαίτερα καταστροφικός για τα παιδιά σε φάση διαμόρφωσης την προσωπικότητά τους. Τα παιδιά των κατώτερων τάξεων, βλέποντας με δυσφορία τις διαφημιστικές εικόνες της μικρομεσαίας παιδικής ευτυχίας έχουν μόνο δύο επιλογές: προβατοποίηση ή εγκληματικότητα.


Άλλες μέθοδοι ενίσχυσης της ιεραρχίας:


o όλοι το ίδιο είμαστε: Λαός και Κολωνάκι καταναλώνουν τα ίδια προϊόντα, έτσι δεν είναι;


o κλισέ από το ζωικό βασίλειο: κακοί καρχαρίες, εργατικά μυρμήγκια… Οι κοινωνικές διαφορές είναι δοσμένες από τη φύση: δεν υπάρχουν τάξεις, μόνο ράτσες.


3. Καλλιέργεια του κυνισμού


Ας πάρουμε μια χαζή διαφήμιση. Τι αντιδράσεις γεννά; Άλλοι θα διασκεδάσουν απλώς, άλλοι θα γελάσουν επειδή τη θεωρούν "καλτ", άλλοι θα εκφράσουν την περιφρόνησή τους για την ηλιθιότητα της διαφήμισης. Έτσι όλοι είναι ικανοποιημένοι. Κυρίως δε η διαφήμιση! Διότι δεν επιδιώκει να αποδείξει την ισχύ της, αλλά να μείνει στη μνήμη του θεατή. Από τις τρεις παραπάνω αντιδράσεις, περισσότερες ψευδαισθήσεις γεννά η τρίτη, η πιο κυνική: ο κυνικός θεωρεί πιο ηλίθια τη διαφήμιση του τζιν της άλφα μάρκας από αυτή του τζιν της βήτα μάρκας, το σημαντικό όμως έχει επιτευχθεί: ξέρει πλέον ότι πρέπει να φοράει τζήν!


4. Η δυσκολία αντίστασης


Ο αγώνας κατά της διαφήμισης είναι άνισος. Αφενός το πρώτο μέλημα του ανθρώπου είναι να ζήσει: δεν μπορεί να διατηρεί το κριτικό του πνεύμα 16 ώρες το 24ωρο. Την ώρα που εγώ εκνευρίζομαι με μία παράνομη αφίσα, ένα διαφημιστικό σποτ πιπιλάει το κεφάλι του γιου με τα καινούργια μοδάτα παπούτσια…. Αφετέρου, η κριτική δεν βγαίνει από το στενό οικογενειακό ή φιλικό κύκλο - κι όταν το κάνει, συνήθως η διαφήμιση επωφελείται: εφόσον όλες οι γνώμες ακούγονται (και οι εναντίον της διαφήμισης) σημαίνει ότι έχουμε δημοκρατία! Αφετέρου χιλιάδες άνθρωποι έχουν τη διαφήμιση ως επάγγελμα με όπλα τους τα πορίσματα της κοινωνιολογίας, της ψυχολογίας…».






Γ) Το ισχύον οικονομικό σύστημα και ο αναπόφευκτος δανεισμός.






Σε ένα εκπληκτικό ντοκιμαντέρ που βρίσκουμε στο διαδίκτυο (Το Χρήμα ως Χρέος) αποκαλύπτεται η εξαιρετικής σύλληψης, απίστευτα παραπλανητική, λειτουργία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην σημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Η συγκεκριμένη αυτή λειτουργία βρήκε άμεσο στήριγμα στα πλαίσια του ισχύοντος οικονομικού συστήματος που είναι το μονεταριστικό σύστημα (monetary = money).


Η παραπλανητική λειτουργία των τραπεζών ισχύει δεδομένου ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό του χρήματος που κυκλοφορεί σήμερα στον κόσμο (άνω του 90%), δεν υπάρχει, παρ’ αυτά έχει ήδη δοθεί ως δάνειο σε χώρες, επιχειρήσεις και ιδιώτες, και εκτός των τόκων που εισπράττονται γι’ αυτό (το ανύπαρκτο χρήμα), κάποια μελλοντική στιγμή ενδέχεται να υπάρξει και πραγματικό αντίκρισμα. Το σπουδαίο σε αυτήν την κατάσταση είναι, ότι οι τράπεζες δανείζουν εγγυήσεις (τίποτα πραγματικό), και τους επιστρέφεται χρήμα (πραγματικός κόπος και εργασία). Σε περίπτωση δε, που δεν καταφέρουν να εισπράξουν χρήμα και μείνουν ακάλυπτες, συντρέχει το κράτος να τους στηρίξει. Συνεπώς, στην πρώτη περίπτωση, έχουν απόλυτα καθαρό κέρδος (αφού δεν έδωσαν τίποτα και πήραν χρήμα) και στη δεύτερη περίπτωση δεν χάνουν τίποτα (αφού τις «υποχρεώσεις» τους τις φροντίζει το κράτος, δηλαδή η φορολογία).


Μπορούμε να παρακολουθήσουμε την απίστευτη αυτή λειτουργία μέσω ενός παραδείγματος. Έστω ότι πέντε ιδιώτες αποφασίζουν να συστήσουν μία τράπεζα: την Greekbank. Καταθέτουν λοιπόν ως αρχικό κεφάλαιο 1000 ευρώ. Το κατάστημα ανοίγει και εμφανίζονται οι πρώτοι πελάτες να ζητήσουν δάνειο. Σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους, η τράπεζα έχει δικαίωμα να δανείσει ως και 9πλάσιο ποσό σε σχέση με το αποθεματικό της.


Στον πρώτο της πελάτη το Μιχάλη, η τράπεζα είναι γενναιόδωρη: του χορηγεί δάνειο ίσο με το 9πλάσιο του αποθεματικού της, δηλαδή 9.000 ευρώ, δίνοντας του μία σφραγισμένη επιταγή. Ο Μιχάλης σαφώς ευχαριστημένος, παίρνει την επιταγή, και τη δίνει στην Auto – Moto Παπαδόπουλος Α.Ε. και παίρνει ένα ολοκαίνουργιο αυτοκίνητο Ιαπωνικής τεχνολογίας.


Ο λογιστής της Auto – Moto Παπαδόπουλος Α.Ε. πηγαίνει και καταθέτει τη συγκεκριμένη επιταγή των 9.000 ευρώ στη δική του τράπεζα την Westgreekbank. Έτσι, με τους ισχύοντες πάντα νόμους, η Westgreekbank «έχει» στο αποθεματικό της 9.000 ευρώ (στην πραγματικότητα τα μόνα πραγματικά λεφτά του αποθεματικού της Greekbank, τα 1000 ευρώ, είναι ακόμη στην πρώτη τράπεζα). Σύμφωνα με τους νόμους, μπορεί να δανείσει το 9πλάσιο του αποθεματικού της των 9.000 ευρώ, δηλαδή το ποσό των 81.000!


Οι πελάτες της τράπεζας Westgreekbank, θα πάρουν με τη σειρά τους αυτό το ποσό σε δάνειο, θα αγοράσουν προϊόντα, σπίτια, οικόπεδα, και θα πληρώσουν με τις αντίστοιχες επιταγές, που δεν αντιστοιχούν σε τίποτα (στην πραγματικότητα, και πάλι τα μόνα πραγματικά λεφτά, είναι αυτά του αποθεματικού της Greekbank, τα 1000 ευρώ)!


Στην περίπτωση που οι πελάτες των δύο τραπεζών Greekbank και Westgreekbank είναι καλοπληρωτές, οι τράπεζες θα εισπράξουν πραγματικό χρήμα (αποτέλεσμα της εργασίας τους ή, αν χρειαστεί, της περιουσίας τους μέσω κατάσχεσης), το οποίο θα κάνει πραγματικό (από εικονικό που ήταν) το αρχικό κεφάλαιο που χορηγήθηκε ως δάνειο, και επιπλέον θα εισπραχτούν και τόκοι για τα λειτουργικά έξοδα της τράπεζας (κυρίως της διαφήμισης) και τα μπόνους των συνεργατών της. Έτσι εξηγούνται τα υπέρογκα κέρδη των τραπεζών ανά την υφήλιο, παρά την κρίση της κοινωνίας.


Σε περίπτωση που το χρήμα δεν πληρωθεί, πράγμα πολύ πιθανό μιας και όσο 9πλασιάζεται τόσο πιο δύσκολο είναι να αντικατασταθεί από πραγματική εργασία και κατασχέσεις, θα υπάρξει χρεοκοπία της Greekbank ή της Westgreekbank, και τότε το κράτος θα συνδράμει προκειμένου να αποπληρωθούν όλοι αυτοί οι έμποροι που πήραν εικονικά χρήματα και να μην απορυθμιστεί ολόκληρο το σύστημα.


Οι ισχύοντες νόμοι που επιτρέπουν τη δημιουργία εικονικού χρήματος, και η προθυμία των κρατών, επιχειρήσεων και ιδιωτών να συνάψουν δάνεια, είναι ένας από τους κύριους λόγους που οι τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών είναι τόσο υψηλές. Αν το μόνο χρήμα που κυκλοφορούσε ήταν το πραγματικό, θα πραγματοποιούνταν λιγότερο από το 1/10 των οικονομικών συναλλαγών, και οι τιμές θα ήταν πολύ κοντά σε αυτό που ο Σμιθ ονόμαζε «φυσική τιμή» και καθορίζεται από την προσφορά και τη ζήτηση.


Η μόνη δύσκολη «δουλειά», σε αυτήν την περίπτωση, των τραπεζών είναι, μέσω διαφημίσεων, εκστρατειών και επικοινωνιακών τεχνικών που στοχεύουν στο δεξί ημισφαίριο, να πείσουνε κράτη, επιχειρήσεις και ιδιώτες να δεχτούν να συνάψουν δάνειο. Από εκεί και πέρα ξεκινάει μία αέναη διαδικασία πλουτισμού τους μέσω ιδιοποίησης φόρων, κόπου - εργασίας και πνευματικής δραστηριότητας που καταθέτουν σε δόσεις οι πελάτες τους.

------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
i) http://www.uth.tmc.edu/clinicalneuro/symposium/32.htm



ii) Πρωτότυπο: http://www.les-renseignements-genereux.org/brochures/172


Περιληπτική προσαρμογή στα ελληνικά: herrk Πρωτοδημοσιεύθηκε στο: http://herrkstories.wordpress.com/2009/04/01/pub/.