Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

Θεός και Διάβολος

Αρκετά συχνά, η συμπεριφορά των ανθρώπων, ως ατόμων και ως μελών οργανωμένων κοινωνιών, επηρεάζεται από στόχους, αξίες, σύμβολα και ιδέες ενός πιο οικουμενικού, πιο γενικού, χαρακτήρα, θέλοντας να συντηρήσει ένα ηθικά και πολιτισμικά καταρρέον σύστημα ή νόμισμα (νομικό καθεστώς – στήριγμα κοινωνιών). Έτσι, όμως, το άτομο ξεχνά το ρόλο του, τον προορισμό του στο κοινωνικό σύνολο· ποιος είναι, όμως, ο ρόλος του αυτός; Να προχωρήσει ξεκινώντας από τον αυτοκαθορισμό – τη γνώση, την επίγνωση και την αξιολόγηση της δικής του δράσης – προς τον αυτοέλεγχο, αρχικά, και, κατόπιν, προς ενέργειες και δραστηριότητες, οι οποίες, άμεσα ή έμμεσα θ’ αμφισβητήσουν και θα συντελέσουν βαθμιαία στη διατάραξη της ισορροπίας και την κατάρρευση του συστήματος που τον περιβάλλει και περικλείει. Κι αυτό, γιατί ό,τι διατηρεί, υποστηρίζει, ένα σύστημα, μια καθεστηκυία τάξη πραγμάτων και καταστάσεων, δεν θα πρέπει να ‘ναι οπωσδήποτε και καλό, αλλά ίσως και αναχρονιστικό, μα και συντηρητικό.


Βέβαια, τα θεμέλια του παρελθόντος χρειάζονται στην οικοδομή του παρόντος και του μέλλοντος, γιατί τίποτα δεν γίνεται, δεν ξεκινά να γίνεται, χωρίς τη συνδρομή κάποιου άλλου. Κάθε όρος γίνεται αίτιο άλλου, όπως και κάθε ενέργεια είναι αίτιο, πρώτιστη προϋπόθεση, μίας άλλης, η οποία με τη σειρά της παίρνει τη θέση και τη σημασία της πρώτης. Η παρούσα ζωή είναι αποτέλεσμα των αντιδράσεων των ανθρώπων απέναντι στα καθημερινά εμπόδια, που το σύστημα προβάλλει για να επιβάλλει τις αρχές του. έτσι, η αθλιότητα, η οποία είναι τόσο στενά δεμένη με κάθε αισθητή ύπαρξη του καιρού μας, δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά συνεπακόλουθο μίας αλυσίδας αιτίων και αιτιατών.

Πιο εύκολα, ίσως, έτσι διαψεύδονται όσοι πιστεύουν πως η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, αφού άμα γίνουν σε δύο διαφορετικές και μακρινές χρονικά ιστορικές κοινωνίες τα ίδια σφάλματα, θα έχουμε τα ίδια αποτελέσματα. Κάθε πράξη, που τελειώνει, φεύγει και εξαφανίζεται, αφήνει, όμως, τα κατάλοιπά της που ‘χουν συνέπειες, ορατές κι αόρατες, κοντινές και μακροχρόνιες.

Παρ’ όλ’ αυτά, μέσα στο κάθε σύστημα, πολύ περισσότερο, βέβαια, όταν αυτό είναι στην υπέρτατη ακμή του, υπάρχουν μερικές έννοιες, οι οποίες , αν και είναι ευμετάβολες στο πέρασμα του χρόνου όχι μέσα στους κόλπους της ίδιας κοινωνίας αλλά σε διαφορετικές κοινωνίες, παίζουν καθοριστικό ρόλο στη δομή ενός κοινωνικού συνόλου και τη συντήρηση ενός συστήματος (εδώ θα μας απασχολήσουν οι λέξεις: Θεός, Διάβολος, Θάνατος).

Τι ‘ναι Θεός; Τι ‘ναι Διάβολος; Τι να υπάρχει που να τα ξεχωρίζει; Ας καθαρίσουμε το μυαλό μας απ’ όσα μας περιβάλλουν ως ζιζάνια και παράσιτα καθημερινά κι ας προσεγγίσουμε τις έννοιες αυτές, που αποτελούν τις ακρογωνιαίες λίθους κάθε Θεολογίας, κάθε προσπάθειας επιστημονικής ερμηνείας όσων σχετίζονται με τις θρησκείες και την ύπαρξη ή όχι Θεού. Οι έννοιες Θεός και Διάβολος σε διαφορετικούς τόπους και σ’ άλλες εποχές έχουν δεχτεί πολλές και ποικίλες, εξίσου σοβαροφανείς, ερμηνείες· η πίστη για την ύπαρξη, όμως, του Θεού και του Διαβόλου, ως υπέρτατων όντων, που ορίζουν, διευθύνουν και κατευθύνουν τον ανθρώπινο νου και τη ζωή των γήινων, οφείλεται σε μέγιστο βαθμό στην εντύπωση των ανθρώπων πως είναι αδύναμοι και αδύνατο ν’ αυτοκαθορίσουν τις τύχες τους, και σ’ ένα διαρκή, ακατάπαυστο, έμφυτο κι όχι επίκτητο φόβο τους για το τι πρόκειται να συμβεί στο προσεχές και στο μακρινό μέλλον. Έτσι, οι άνθρωποι αποζητούν κάποιον προστάτη, τον οποίο ονομάζουν αυθαίρετα Θεό, που, όπως θέλουν να πιστεύουν, σε αντάλλαγμα της υπερβολικής για τα ανθρώπινα όρια αγάπης κι αφοσίωσης που του επιδείχνουν, τους βοηθά να ξεπερνούν τις δυσκολίες και της ανασφάλειες της καθημερινής ζωής.

Άλλοι δέχονται πως Θεός τους είναι ένας Μεσσίας που θα ‘ρθει να τους οδηγήσει ως νικηφόρος στρατηλάτης στην άλωση του κόσμου ολάκερου· άλλοι, πάλι, ότι κατέβηκε στη Γη παίρνοντας ανθρώπινη μορφή αφήνοντας στα Ουράνια, όπου κατοικούσε και θα κατοικεί αλώβητος κι αόρατος στον καθένα από εμάς, τη θεία του δύναμη και θυσιάστηκε για να σώσει τον κόσμο από τη διαφθορά και την αμαρτία· άλλοι, ακόμα, τον φαντάζονται να τους περιμένει στον Ουρανό έχοντας μετά θάνατον έτοιμα να τους προσφέρει όσα υλικά αγαθά δεν μπόρεσαν ν’ απολαύσουν στην επίγεια ζωή. Υπάρχουν, επίσης, κι εκείνοι που θεοποιούν τους κοσμικούς ηγήτορές τους και τους λατρεύουν παθολογικά, όπως κάποιοι άλλοι οδηγήθηκαν οικειοθελώς ή παρασυρμένοι σε πολυθεϊκή θρησκεία θεοποιώντας τις δυνάμεις της Φύσης, τις οποίες οι ίδιοι θεωρούσαν πως αδυνατούσαν να εξηγήσουν, και σε καθεμιά απ’ αυτές έδιναν το όνομα ενός θεού ή μιας θεάς.

Τι ‘ναι Διάβολος; Καθετί που διαβάλλει, που – διαφθείροντας και σπρώχνοντας τους ανθρώπους στην αμαρτία – μας φράζει το δρόμο προς την Αλήθεια και το Θεό. Απ’ τη στιγμή που η Αλήθεια είναι υποκειμενική έννοια, είναι δύσκολο να οριοθετήσουμε αντικειμενικά και τι είναι διαβολικό. Είναι, όμως, ο Διάβολος κάτι ως αντίβαρο στο Θεό στις μονοθεΐες, ενώ στις πολυθεϊκές θρησκείες είναι η άρνηση του συστήματος που θέλουν οι φορείς τους μ’ αυτό να περιβάλλουν και να αλυσοδέσουν τους ανθρώπους; Στη δεύτερη περίπτωση, διαβολικές θεωρούνται οι «οχληρές» κοινωνικοανατρεπτικές σκέψεις, γιατί η κοινωνία στηρίζεται στη θρησκεία και το ανάποδο. Ο Διάβολος, όπως πιστεύουν όσοι λένε πως υπάρχει, με τα ψέματα και την υποκρισία καταφέρνει κι αλλάζει αρκετά πρόσωπα – προσωπεία και πετυχαίνει να ξεγελά και να εξαπατά τους φοβητσιάρηδες και χαμηλής πνευματικής υποστάθμης ανθρώπους, ώστε να τους παρασύρει με τη θέλησή τους, πλέον, στην άβυσσο και εναντίον του κοινού συμφέροντος, αφού τους υπόσχεται, πολύ συχνά, εφήμερα, επίγεια ατομικά αγαθά.

Για πολλούς αιώνες, οι άνθρωποι φοβούνταν το Θάνατο, γιατί αγνοούσαν ότι λίγο πριν έρθει ο Άδης το ανθρώπινο σώμα φαίνεται να εξασθενίζει και παραλύει σε τέτοιο βαθμό που , ενώ πρωτύτερα δεν μπορούν να σκεφτούν τη γιομάτη υγεία και σφριγηλότητα σάρκα τους στον τάφο, τώρα οι πόνοι τους κάνουν να εκλιπαρούν να ‘ρθει το γρηγορότερο ο Θάνατος για ν’ απαλλαγούν από τους πόνους. Και κάτι ακόμα για τους πόνους του Θανάτου: Δεν είναι πιο ευχάριστο και ηδύ να ‘ρχεται ο Άδης τη στιγμή που ο άνθρωπος έχει φτάσει στην ευτυχία, παρά έπειτα από λίγο, όταν αρχίζει η κατιούσα παρακμή; Περισσότερους πόνους και θλίψη θα νιώθει ο άνθρωπος όταν βλέπει την παρακμή, χωρίς να μπορεί ν’ αντιδράσει.

Ο φόβος, όμως, των ανθρώπων μπορεί να μην προέρχεται από την ιδέα του Θανάτου αυτήν καθ’ εαυτή, αλλά από τη σκόπιμη ή έμφυτη άγνοια ή μη ελευθερία γνώσης γύρω από τη μεταθανάτια τύχη του ανθρώπινου είδους. Όλα όσα δέχονται πως υπάρχει τιμωρία, κολασμός ή τα’ αντίθετα επιβράβευση, ανταμοιβή αν σε όλη σου τη ζωή πιστά τήρησες τις εντολές του Θεού σου, αν ήσουνα, δηλαδή, καλός (Χριστιανός, Ιουδαίος, Μουσουλμάνος, Βουδιστής, Δωδεκαθεϊστής κ.α.) θα πάς στον Παράδεισο των Ουρανών, ενώ αν ήσουν κακός στην Κόλαση, περισσότερο συσκοτίζουν παρά ξεδιαλύνουν τις ανασφάλειες των ανθρώπων και τους φόβους τους.

Μα γιατί γίνεται λόγος στις περισσότερες θρησκείες, είτε μονοθεϊστικές είτε πολυθεϊστικές, για Βασιλεία των Ουρανών; Γιατί οι επί γης εκπρόσωποι των όποιων θεών δεν αφήνουν ελεύθερους τους ανθρώπους να πιστεύουν στο Θεό όπως εκείνοι θέλουν, παρά – αντίθετα μ’ όσα δίδαξε ο Χριστός για τον Πατέρα του, Θεό, π.χ. – προσπαθούν να παρουσιάσουν το Θεό ως Παντοκράτορα τιμωρό με αυστηρό μαστίγιο κι άσπλαχνο πατέρα; Εάν πράγματι υπάρχει Θεός, ίσως θα πρέπει ν’ αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως παιδιά του, όχι δυναστικά κι απολυταρχικά, αλλά δημοκρατικά, αν και κάπως αξιοκρατικά. Η αγάπη του Θεού είναι δεδομένη· άμα κάνεις, όμως, λάθος, πρέπει να πληρώσεις κι η τιμωρία δεν είναι βουρδουλιές ή στέρηση του Παραδείσου, αλλά η ταπείνωση κι η μετάνοια! Ο άσωτος υιός, μετανοημένος, ξαναγύρισε στην αγκαλιά του πατέρα του κι ο ληστής την ύστατη ώρα ζήτησε συχώρεση κι άφεση αμαρτιών από το σταυρωμένο Θεάνθρωπο, ενώ ο Σίσυφος τιμωρήθηκε μεταθανάτια για τις επίγειες ακολασίες του επειδή δεν θέλησε να ζητήσει συγνώμη από το Δία κι όχι γιατί ο «επικεφαλής» της αρχαιοελληνικής θρησκείας ήταν μικρόψυχος! Βέβαια, κάποιοι θα πουν ότι ίσως η αξιοκρατία έχει να κάνει με την αρετή, την ικανότητα και την (υλική ή ψυχική;) δύναμη των ολίγων από το σύνολο και έτσι αντιτίθεται με το αίσθημα της πατρικής αγάπης και της δικαιοσύνης.

Όλοι, λοιπόν, οι άνθρωποι, που είναι ίσοι εκ φύσεως ίσοι και αδελφοί , αλλά όχι όμοιοι μεταξύ τους μεταθανάτια θα ‘πρεπε να πάνε στον Παράδεισο και κανείς στην Κόλαση, η οποία στην πραγματικότητα δεν υπάρχει, αλλά είναι επινόηση, διανοητικό πλάσμα κάποιων επιτήδειων που επιδιώκουν να αποπροσανατολίσουν και να συσκοτίσουν τον ανθρώπινο νου. Για ν’ αποφύγει, όμως, ο απλός άνθρωπος αυτές τις ύπουλες παγίδες, θα πρέπει ν’ αποβάλλει το πρότυπο Παραδείσου – Κολάσεως , το οποίο, για λόγους ιδιοτέλειας, εξακολουθούν να συντηρούν, και να πιστέψει πως βρίσκεται, μόνο σαν νιώσει μέσα του χωρίς ενδοιασμούς ή ψευδοδιλλήματα, όταν πεθάνει κοντά στον ένα και το μοναδικό Θεό, ο οποίος του στεκόταν πάντα όσο ζούσε ως στοργικός πατέρας και, καθώς κυριαρχεί στα πάντα, ορατά και δυσδιάκριτα, έγχρωμα και μαυροάσπρα, μικρά και μεγάλα, άλλοι τον έχουν ονομάσει Ιησού Ναζωραίο, άλλοι Δία, άλλοι Γιαχβέ, άλλοι Αλλάχ, χωρίς να χάνει την ενιαία διάστασή του και τη μοναδικότητά του.

Η ανθρώπινη ζωή δεν είναι μόνο χαρές γεμάτη. Έχει και λύπες. Δεν είναι μόνο ευφορίας και καλής τύχης μεθύσι. Είναι και πόνου καρδιάς αίμα. Και περισσότερο φρόνιμος, στις δύσκολες εποχές που περνάμε, είναι εκείνος που δεν ζηλεύει τους συνανθρώπους του για την πρόσκαιρη καλή τύχη ή προσπαθεί να επιβληθεί με την υλική του δύναμη στους άλλους, αλλά όποιος τις εφήμερες γήινες απολαύσεις και τις στενοχώριες ξέρει να δαμάζει κι αργά και μεθοδικά – χωρίς δογματισμούς και σκοταδιστικές προκαταλήψεις – το δρόμο ανηφορίζει, που ως το Θεό και μακριά από το Διάβολο θα τον φέρει…

Οι θεοί αναδεικνύουνται και λαμβάνουνε την αξία τους, όταν, κατά τους πιστούς τους, δοκιμάζουνται, στη γη, όταν κονταροχτυπιούνται με τον πειρασμό και όσους ήθελαν να τους βάλουνε εμπόδια. Εάν έμεναν στους ουρανούς και μακριά από τα ανθρώπινα πάθη και παθήματα, κανείς δε θα τους έδινε καμία σημασία, ποτέ και σε καμιά θεολογία του κόσμου… Μα ακόμη περισσότερη, όμως, δύναμη θα είχανε αλλά και διαχρονικά οι θεοί στις μέρες μας εάν οι θεοκήρυκες δεν στηρίζονταν στα ψέματα και στην ύλη και δεν προσπαθούσαν τη δική τους θέση στην κοινωνία περισσότερο να ισχυροποιήσουν και να προτάξουν επικαλούμενοι την ύπαρξη θεών οι οποίοι τους εξουσιοδότησαν τάχα παρά να αποβάλλουν όλα όσα στο διάβα του χρόνου ξεστράτισαν τους ανθρώπους από τα αρχικά ιδανικά τους και τους έσπρωξαν να δώσουν την πρωτοκαθεδρία στον Ερμή τον Κερδώο παραμερίζοντας την Αθηνά της Σοφίας, να επιδιώκουν να σώσουν, τα χρόνια του Μεσαίωνα, την ψυχή τους, όχι ψάχνοντας με αυτοκριτική ή στο πνεύμα και στην ψυχή τη λύτρωση, αλλά με ένα τρισάθλιο εμπορικό «δούναι και λαβείν», τα συγχωροχάρτια: Ό,τι κι αν κάνεις στην επίγεια ζωή, υπάρχει τρόπος να γλιτώσεις τη μεταθανάτια κόλαση, γιατί ο θεός είναι μεγαλοδύναμος, μόνο που θα σου κοστίσει κατιτίς παραπάνω… Και αυτό το κατιτίς ήταν που έσπρωξε τους ανθρώπους με πιότερη μανία στον αγώνα για όλο και πιο υλικά κέρδη, ώστε να μπορούν κάποια στιγμή με το χρήμα να εξαγοράσουν, όσο – όσο, τις επίγειες «αμαρτίες» και να εξασφαλίσουν θέση, «πρώτο τραπέζι πίστα» στην επουράνια «βασιλεία» μακριά από τον (κάθε) διάβολο !!!

Πολλοί συμφωνούν και με τον Ξενοφάνη τον Κολοφώνιο που ‘λεγε πως η φωτιά, η γεωργία, η αμπελουργία και γενικά, η ανάπτυξη της τεχνικής, όσα, κατά τη γνώμη μας, δηλαδή τους βοηθούν ν’ αυξήσουν τα εισοδήματά τους και να ζήσουν και καλύτερα και να συνεισφέρουν στο κοινωνικό σύνολο, δεν είναι δώρα των Θεών προς τους θνητούς, αλλά δημιουργήματα του ίδιου του ανθρώπου• και για να προεκταθεί η σκέψη τούτη, ας γραφεί ότι η δυναμική παρουσία των Θεών ( των οποίων η ύπαρξη αμφισβητείται, κατά τους Σοφιστές και τον Πρωταγόρα των κλασικών χρόνων) περιορίζεται από τη σύλληψη έως τη γέννηση και τη στιγμή του θανάτου του ανθρώπου και στη διάρκεια της υπόλοιπης ζωής των θνητών προσέρχουνται αυθορμήτως αρωγοί τους και όχι «καταλύτες» και ρυθμιστές της, αλλά και ότι όπως μόνος του ο ίδιος ο άνθρωπος είναι δημιουργός όσων του καλυτερεύουνε και του ευκολύνουνε τη ζωή• όμοια, ατός του είναι υπαίτιος για κείνα που του τη δυσκολεύουνε, του την καταστρέφουνε και, κάποιες φορές, του τη στερούν ακόμα, ιδίως δε, οσάκις δεν βάζει το μυαλό του σε κίνηση και την ψυχή του σε λειτουργία υπέρ του κοινωνικού συνόλου… !

Ο Θεός δε γέννησε τους ανθρώπους σκλάβους κανενός, αλλά λεύτερους να ‘χουνε σε εγρήγορση και κίνηση νου, ψυχή και σώμα. Τους όρισε, όμως ν’ αγωνίζουνται αδιάλειπτα για την κατάχτηση της αληθινής Γνώσης. Η αληθινή Γνώση των ανθρώπων δεν αμφισβητεί τους θεούς, αλλά αναιρεί τα επί γης «φερέφωνά» τους. Μα επειδή οι θνητοί βαδίζουνε σε δαιδαλώδεις και σκοτεινές ατραπούς έως ότου την φτάσουνε, ποιος πρέπει να θεσπίζει τους κανόνες της κοινωνικής συμβίωσης, η ανάγκη για καλλιέργεια της ψυχής και του πνεύματος ή για «χόρταση» των σωματικών παθών και βιολογικών αναγκών;

Πολλές φορές, τα επίγεια «φερέφωνα» των θεών, τα ιερατεία, κρατούν το στόμα τους επιλεχτικά κλειστό, αποφεύγουν το διάλογο επί της ουσίας και δεν ερμηνεύουν τα θεολογικά κείμενα στον κόσμο, αλλά τον αφήνουνε στα «σκοτάδια» της άγνοιας. Έτσι, πετυχαίνουνε να γίνεται πιο εύκολα ο κόσμος έρμαιο ενός αντικοινωνικού θρησκευτικού φανατισμού, να άγεται και να φέρεται ως ασύδοτη μάζα, γιομάτη φόβο και εξαρτημένη από τις θελήσεις εκείνων που κατέχουν τάχα τις γνώσεις και υποκρίνουνται ότι είναι μόνοι και αποκλειστικοί κύριοι της αληθινής Γνώσης και προστάτες μας, με τη θεϊκή, τάχα, βοήθεια, έναντι των «οχτρών» μας. Έτσι, η κοινωνία από ομάδα προσώπων γίνεται ένας «συρφετός ανταγωνιστών» για το ποιος και πώς θα γίνει ομορφότερος και πλουσιότερος όλων, αφού τα υλικά αγαθά – καθώς τα ηθικά εφόδια είναι με «ναρκοπέδιο» απροσπέλαστα και τα πνευματικά δεν υπάρχουν πνευματικοί ταγοί να τα προβάλλουν – γίνονται αυτοσκοπός…

Η ύπαρξη ή όχι «οχτρών και ανταγωνιστών» στην ανθρώπινη ζωή, η προστασία από τους οποίους είναι, όπως είχε διαμορφωθεί το κοινό πλαίσιο, αρχαιόθεν, όλων των θρηκειών, μονοθεϊστικών και πολυθεϊστικών, μέριμνα των θεών και αποστολή των επί γης «εκπροσώπων ή αντιπροσώπων» τους, σχετίζεται με τον ίδιο τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος εκ γενετής είναι «άγραφος πίνακας» από αισθήματα, λογική και λόγο και δίχως να γνωρίζει το θεό, τη φύση και τη σοφία του· δεν έχει γεννηθεί, ποτέ, κανείς, με τα γνωρίσματα που θα ήταν ιδανικό να ‘ναι εφοδιασμένος αυτός, για να προβλέπει τα μελλούμενα ή ν’ αντιμετωπίζει την εκάστοτε δυσάρεστη κατάσταση. Εάν ο άνθρωπος, γνώστης της θεϊκής θέλησης και φύσης, ζει χωρίς φανατισμούς ή φιλοχρηματία ή «μανία καταδίωξης» ή άλλες φοβίες και ανησυχίες, σιγά – σιγά μπορεί να φτάσει στη σωματική δύναμη και στην ψυχοπνευματική καλλιέργεια, που θα τον συνδράμουν να βλέπει στον περίγυρό του συνεργάτες κι όχι «οχτρούς»… Εάν κάποιοι εκμεταλλευτούν την ανάγκη του για πρότυπα και του δείξουν κάτι «στρεβλό» π.χ. ότι είναι πάντοτε κερδισμένος ο πιο «πλούσιος», ο πιο «όμορφος», ο πιο «σεξουαλικός» στη ζωή ας πούμε, είναι σίγουρο πως θα τον λοξοδρομήσουν από τους αρχικούς του στόχους, κυριότερος των οποίων είναι η αρμονική κοινωνικοποίηση, προσαρμογή αλλ’ όχι υποταγή στο κοινωνικό σύνολο.

Κάποιοι θα ρωτήσουν: «Μήπως, όμως, ο ρόλος των Θεών στην ανθρώπινη ζωή – αντί να «τιμωρεί» τους «οχτρούς» μας απευθείας ή να βοηθά εμάς να «ξεχωρίζουμε» απ’ το σύνολο – είναι να συμβάλει, παρά τα ακανθώδη μονοπάτια έως την Αρετή και την Ελευθερία, να βρούμε την Αγάπη και η ζυγαριά τούτη να κλίνει ίσα και προς τα δύο μέρη, σώμα και ψυχή, για να μην παρασύρεται ο άνθρωπος εις βάρος των άλλων ή του ίδιου του εαυτού του;» Η απάντηση στο ερώτημα τούτο είναι καταφατική και πηγάζει και από το ότι δεν πρέπει να λησμονούμε πως ο άνθρωπος μόνο σε μιαν κοινωνία μπορεί να λύνει τα προβλήματά του και όχι με τον εγωισμό και την εχθρότητα προς τους γύρωθέ του ή παρασυρμένος από το ψέμα και τον κάθε λογής φανατισμό είτε από τα πάθη του προς τα υλικά αγαθά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: