Τρίτη 1 Ιουνίου 2010

Περί Μοναξιάς

Στις μεγαλουπόλεις όλου του κόσμου, ανέκαθεν, μα με ιδιαίτερη έξαρση τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται το φαινόμενο της μοναξιάς, ιδίως μεταξύ των νεαρών σε ηλικία ανθρώπων, μολονότι, λόγω της αστυφιλίας, πολλοί άνθρωποι έχουνε ασφυκτικά συρρεύσει και συγκεντρωθεί στα αστικά κέντρα. Αρκετές και διαφορετικές αιτίες οδήγησαν σ’ αυτό το φαινόμενο και πολυποίκιλες είναι οι λύσεις, που έχουν, από καιρό σε καιρό, προταθεί.
Μπορεί να φταίει η εργασιομανία• πιθανόν, μερίδιο ευθύνης έχουν το άγχος και η έλλειψη ελεύθερου χρόνου• μάλλον, υπόλογος πρέπει να ‘ναι κι η καθημερινή αλλοτρίωση, που έχει εισβάλει παντού πλέον. Ίσως, όμως, να φταίνε όλα μαζύ και προς αυτήν την κατεύθυνση, αντί να τα «απομονώνουμε», να πρέπει ν’ αναζητούμε για όλα μαζύ λύσεις, ωσάν να επρόκειτο για έναν πανίσχυρο «αντίπαλο» και όχι ήσσονες και μεμονωμένους!
Η ζωή, στις μεγαλουπόλεις, εξαρτιέται, σε μεγάλο βαθμό, από τον «ομφάλιο λώρο», που δένει τον νέο από την οικογένειά του. Όταν αποκόβεται απ’ αυτούς και ως «Ίκαρος» προσπαθεί, χωρίς να καεί από τις ηλιαχτίδες, να πετάξει μόνος του, κοιτάζει περισσότερο, βρίσκοντας μιαν προσοδοφόρα εργασία, πώς θ’ αναγνωριστεί ως ανεξάρτητη και αυτάρκης προσωπικότητα• συνάμα, επιδιώκει, με φίλους και ερωτικούς δεσμούς, την όσο γίνεται ανώδυνη αρμονική ένταξή του στον κοινωνικό περίγυρο.
Το «τίμημα» της ανεξαρτησίας από την οικογενειακή στέγη είναι να πέφτεις, εκούσια ή ακούσια, σε οδυνηρά ή ανώδυνα σφάλματα. Το ζητούμενο, όμως, είναι να διδαχτείς από τα λάθη αυτά και να μην υποπέσεις ποτέ ξανά στον ίδιο πόνο.
Και τα «λάθη», που φέρνουν τη μοναξιά στις σύγχρονες κοινωνίες και δεν αφήνουν τον άνθρωπο και δη το νέο να χαρεί τον έρωτα, τη φιλία, την αγάπη, δεν είναι προϊόντα εκούσιας αμυαλιάς ή δειλίας ή ανικανότητας ή ανυπομονησίας του ίδιου του νέου• είναι και οι αγωνιώδεις προσπάθειες, στις οποίες – άθελά τους; – μας παροτρύνουνε γονείς και δάσκαλοι, αλλά μας ωθούν και οι τρέχουσες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, για επαγγελματική αποκατάσταση και οικονομική αυτοδυναμία. Καμιά φορά, βεβαίως, προηγούμενες μας ελεύθερες επιλογές φίλων ή ερωτικών συντρόφων, οι οποίες μας «πλήγωσαν», στέκουνται κακοί «δάσκαλοι» και μας προτρέπουνε να προτιμούμε τη μοναξιά και την … «ασφάλειά» της, παρά να «ρισκάρουμε» να ξανάρθουμε σ’ επαφή με τον έξω κόσμο, λάθος μέγα!
Η εκούσια μοναξιά, ως προϊόν ελεύθερης βούλησης του ατόμου, είναι πάντα επιθυμητός συμβοηθός μας πριν από σημαντικές αποφάσεις ή μετά από δύσκολες στιγμές. Όταν, όμως, εξαναγκάζεσαι να ζεις μονήρης, τότε και η γαλήνη και η αυτοδυναμία, που, τυχόν, θα σου παρέχει, σου μοιάζουνε αλυσίδες ανήλιαγου κάτεργου και θα νιώθεις πως κανείς δε σε βλέπει, κανείς δε σ’ ακούει, κανείς απολύτως, συμμεριζόμενος τον πόνο σου, δεν πρόκειται να σ’ απαλλάξει από τα δεσμά σου.
Μ’ άλλα λόγια, εάν οι άνθρωποι αγωνίζουνται διαρκώς και μόνο για το ζην και ψάχνουνε την «αυτάρκη αταραξία» τους, βαθμιαία ξεχνούν ότι έχουν και καρδιά, ότι έχουν ανάγκη τη φιλική ή την ερωτική συντροφιά, πως δεν είναι η ζωή τους όλη κρυμμένη πίσω από έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή, από ένα βιβλίο, από ένα άψυχο, τελοσπάντων, εργαλείο. Η ζωή η αληθινή είναι ωραία, όταν ρισκάρεις να περπατάς σε χιονοσκέπαστες χειμωνιάτικες βουνοκορφές, όταν μοιράζεσαι την άνοιξη το πέταγμα των χελιδονιών και τη μυρουδιά των νιόφαντων λουλουδιών, όταν κολυμπάς, το καλοκαίρι, σε βαθιές απάτητες θάλασσες και όταν αγαπάς πειθαρχώντας στα κελεύσματα της καρδιάς σου και μόνον• η ζωή είναι όμορφη, όταν ξέρεις να μοιράζεσαι ένα ανιδιοτελές χάδι, ένα τρυφερό φιλί, ένα γλυκό λόγο στις δύσκολες ώρες… Και ξέρεις να μοιράζεσαι, όταν μπορείς και να δίνεις.
Και μπορείς να δίνεις, όταν – χειμώνα και καλοκαίρι – έχεις ορθάνοιχτη την καρδιά σου, ασυννέφιαστη, χωρίς άγχος και σκοτούρες, όταν ευχαριστείς τους θεούς για τις δυνάμεις, που σου έδωσαν, και την καρτερία, με την οποία θα σ’ εξοπλίζουν, για να μπορείς να λες και κάποια «όχι» στους «καιροσκόπους», που «εποφθαλμιούν» τη ζωή σου• και μολονότι θα δίνεις συνεχώς, θα σου μένει, διαρκώς, κι απόθεμα ψυχικών και σωματικών δυνάμεων για το απρόβλεπτο μέλλον και τις (πιθανές) δυσκολίες του ...
Όταν, λοιπόν, ορθώνεις το ανάστημά σου σ’ όσους θέλουν να σε «επιβουλευτούν», δεν λυπάσαι με όσα δεν έχεις, αλλά χαίρεσαι για όσα έχεις και ονειρεύεσαι για όσα θες να χαρίσεις, τότε το ρίσκο ν’ αγαπήσεις βρίσκει, πάντοτε, ανταπόκριση, τότε δεν είσαι μόνος, ακόμη κι αν το κέντρο της μεγαλούπολης είναι έρημο και θεοσκότεινο, ακόμα κι αν η οικογένειά σου, οι φίλοι ή ο έρως δεν είναι ευδιάκριτοι κάπου εκεί κοντά. Διαφορετικά, ακόμη κι η πολύβουη πλατεία, εν ώρα αιχμής, σου φαίνεται ολοάδεια, έτσι δεν είναι;

Δεν υπάρχουν σχόλια: